ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

April 14, 2018 | Author: Anonymous | Category: N/A
Share Embed


Short Description

Download ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ...

Description

ΠΕΡΙΛΗΨΗ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Τίτλος εργασίας: «Η επιθετικότητα των γυναικών στην συντροφική σχέση» Συντάκτριες: Σαμπάνη Ελένη Τσιλιμπάρη Αλεξάνδρα Τσοπάνη Κλεοπάτρα Επιβλέπουσα:

Τζαμαλούκα Γεωργία

Ημερομηνία:

Ιούνιος 2007

Γενικά: Η πτυχιακή μας εργασία αποτελεί μια προσπάθεια μελέτης του φαινόμενου της συντροφικής βίας και ειδικότερα εκείνης των γυναικών ενάντια στους άνδρες συντρόφους τους, που εντοπίζεται σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό στη σύγχρονη κοινωνία και είναι δύσκολο να το προσεγγίσει κανείς καθώς πρόκειται για μια «ιδιωτική υπόθεση», συμβαίνει πίσω από τις «κλειστές πόρτες» των σπιτιών και υπάρχει δυσκολία στην αντικειμενική αξιολόγηση των καταστάσεων (Phillip W.Cook 1997). Μεθοδολογία: Η παρούσα μελέτη αφορούσε σε δείγμα διακοσίων ενηλίκων γυναικών, ηλικίας, 18 έως 65 ετών κατοίκων του νομού Αττικής. Χρησιμοποιήθηκε ερωτηματολόγιο βασιζόμενο σε αυτοαναφορές αποτελούμενο από πέντε μέρη. Αποτελέσματα: Το 21% του συνόλου των ερωτώμενων δηλώνει ότι ασκεί συχνά ή πολύ συχνά « απόδοση ευθυνών , ενοχών , κατηγοριών» ενώ αντίθετα το 16,1% δηλώνει ότι δέχεται τέτοιου είδος επιθετικότητα. Το 10,3% του συνόλου των ερωτώμενων δηλώνει ότι ασκεί συχνά στέρηση της προσωπικής ζωής στον σύντροφο του ενώ το 16,5% δηλώνει ότι δέχεται αυτού του είδους την επιθετικότητα. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση βρέθηκε να σχετίζεται σημαντικά (p=000) με την άσκηση και την υποδοχή της ψυχολογικής επιθετικότητας , καθώς και με την άσκηση και την υποδοχή της σεξουαλικής βίας (p(Ij.T1)+(Si) Η έκλυση μιας βίαιης και επιθετικής ενέργειας είναι το πιθανό αποτέλεσμα μιας εσωτερικής διαπάλης που διεξάγεται στον άνθρωπο μεταξύ αντίρροπων ψυχικών δυνάμεων. Για την έκβασή της σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν ο βαθμός ενεργοποίησης των αναστολών του ανθρώπου, ο στόχος προς τον οποίο κατευθύνεται η ενέργειά του και οι εκάστοτε περιστάσεις. Μέσα σε αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο είναι απαραίτητο να εκτιμηθούν οι παράγοντες που επιδρούν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας όσο και στη σημασία παραγόντων με συγκυριακό, περιστασιακό χαρακτήρα όπως η ανωνυμία, η έξαψη του πλήθους και οι εικαζόμενες ή πραγματικές προκλήσεις που δέχεται το άτομο (Κουράκης 1989). Η διερεύνηση των αιτιών και των παραγόντων που συμβάλλουν στην εμφάνιση της επιθετικής συμπεριφοράς, κυρίως αυτών που επιδρούν στη διαμόρφωση της προσωπικότητας, απασχόλησε τους ψυχολόγους, τους βιολόγους και τους κοινωνιολόγους. Διάφορες θεωρίες υποστηρίχθηκαν, δίνοντας κάθε φορά βαρύτητα σε κάποιον ειδικό παράγοντα όπως η κληρονομικότητα, το περιβάλλον η κοινωνική επίδραση και η μάθηση. 1.2 Θεωρίες για την επιθετική συμπεριφορά. Οι Brennan(1998) και Mackintosh(1990) υποστηρίζουν ότι η έρευνα για την κατανόηση της επιθετικής συμπεριφοράς συνδέεται άμεσα με το γνωστικό αντικείμενο του ερευνητή. Τρία βασικά μοντέλα διακρίνονται. Το πρώτο μοντέλο είναι το βιολογικό, το οποίο αρχικά βασίστηκε στη μελέτη των ζώων από τον Lorenz και των ανθρώπων από τον de Greeff. Το δεύτερο μοντέλο είναι ψυχολογικό και συνδέεται με την έννοια της ματαίωσης. Το μοντέλο αυτό εστιάζει την έρευνά του στις προσωπικότητες εκείνες που χαρακτηρίζονται ως επιθετικές γιατί αντιδρούν βιαιότερα στις διάφορες ματαιώσεις που συμβαίνουν στη ζωή τους. Το τρίτο και τελευταίο μοντέλο είναι πολιτιστικό και έχει δύο μορφές, οι οποίες κατά τον Tarde προκύπτουν από τη διαφορετική ερμηνεία της ζωής της κοινωνίας. Σύμφωνα με τη μία πλευρά, η επιθετικότητα και η βία είναι συμπεριφορές τις οποίες μαθαίνουμε μέσα από τη μίμηση και σύμφωνα με τη δεύτερη, η επιθετικότητα και η βία είναι η αντίδραση σε μία καταπιεστική κοινωνική πραγματικότητα με σκοπό την ανατροπή της και τη δημιουργία μιας νέας.

9

1.2.1 Ψυχολογικές θεωρίες. Η έρευνα της επιθετικότητας στον χώρο της ψυχολογίας παρουσιάζει δύο ειδικότερες κατευθύνσεις: την ψυχαναλυτική και την ψυχολογία της συμπεριφοράς ή συμπεριφερολογική ψυχολογία. Η διαφορά ανάμεσα στα δύο ρεύματα έγκειται στη σημασία που δίνεται στο έμφυτο και το επίκτητο για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας του ατόμου. Έτσι, στην πρώτη περίπτωση, η συμπεριφορά πηγάζει βασικά από το χώρο του ασυνείδητου (id), του οποίου οι ενορμήσεις απλώς ελέγχονται κατά το δυνατόν κι απωθούνται ή εξαγνίζονται από το συνειδητό ή το υποσυνείδητο τμήμα της προσωπικότητας (ego), σύμφωνα με τις επιταγές των ηθικών αρχών περί καλού και κακού που υιοθετούνται βαθμηδόν από τον άνθρωπο μέσω της συνείδησης (superego). Αντίθετα, για την ψυχολογία της συμπεριφοράς, η ψυχή του ανθρώπου κατά τη γέννησή του είναι μια «άγραφη πλάκα» ( tabula rasa) επάνω στην οποία με τη διαδικασία του μηχανισμού «ερέθισμα-αντίδραση», χαράσσονται και διαμορφώνονται τα προϊόντα μάθησης δηλαδή οι ιδέες, οι προθέσεις και οι εμπειρίες που συνθέτουν τελικά την συμπεριφορά του ανθρώπου. Ο Freud θεωρείται ο πατέρας της ψυχαναλυτικής θεωρίας της προσωπικότητας. Θεωρεί την επιθετικότητα ως ενστικτώδη και αναπόφευκτη, κομμάτι του γενετήσιου ενστίκτου. Ο σκοπός όλων των ενστίκτων είναι να μειώσουν τις τάσεις ή τα ερεθίσματα σε ένα κατώτατο σημείο και τελικά να οδηγήσουν στην πλήρη εξαφάνισή τους (Gross,1992) που επιτρέπει την επιστροφή σε μια ειδυλλιακή κατάσταση, την οποία βιώνει ο άνθρωπος στην εμβρυϊκή του κατάσταση (Buss ,1996). Κατά τον Freud ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως επιθετικό ον, στο οποίο υπάρχει ένα σύστημα εκτόνωσης και καταστολής των ορμών του, το οποίο, ο Freud, ονόμασε «κάθαρση». Αναφέρθηκε στο φαινόμενο της ψυχικής και σωματικής εξάντλησης όταν το άτομο εκφράζει τις απαγορευμένες και καταπιεσμένες ορμές του. Μια αρχή της ψυχαναλυτικής θεραπείας είναι ότι η κάθαρση φέρνει μόνο προσωρινή ανακούφιση. Ένας από τους στόχους της θεραπείας είναι να βοηθήσει το άτομο να βρει πιο ρεαλιστικούς στόχους εκτόνωσης και έκφρασης αυτής της επιθετικότητας. Συνέχεια στην προσέγγιση του Freud έδωσε ο μαθητής του Adler (1927), ο οποίος μελέτησε κυρίως τα συναισθήματα κατωτερότητας και αδυναμίας. Οι εμπειρίες που θα βιώσει ένα παιδί και που θα το κάνουν να αμφιβάλλει για την προσωπικότητα και την αξία του, αναπτύσσουν μέσα του μια αντίρροπη τάση και ορμή για δύναμη και επικράτηση. Σε πολλές περιπτώσεις η ενεργεία αυτή διοχετεύεται σε θετικές ενέργειες και άλλες φορές εκδηλώνεται ως επιθετικότητα. Ο Etienne De Greeff (1947) αργότερα τόνισε , βασιζόμενος στις απόψεις του Freud ότι στο ασυνείδητο του ανθρώπου υπάρχουν δύο ομάδες αντιμαχόμενων ενστίκτων : αυτά της «συμπάθειας» και της «άμυνας». Τα πρώτα βοηθούν και συμβάλλουν στη συντήρηση του είδους και θεωρούνται ως αλτρουιστικά ενώ τα δεύτερα , που χαρακτηρίζονται ως εγωκεντρικά και επιθετικά βοηθούν στην συντήρηση του συγκεκριμένου ατόμου. Στο δεύτερο τομέα της ψυχολογίας που αφορά την ψυχολογία της συμπεριφοράς το θέμα της επιθετικότητας αποτέλεσε κεντρικό σημείο έρευνας και μελέτης. Οι Dollard, Doob, Miller και Sears δημοσιεύσαν το «Ματαίωση και Επιθετικότητα» (1939) με σκοπό να αναλύσουν κάποιες από τις ψυχαναλυτικές έννοιες στη θεωρία της εξαρτημένης αντανακλαστικής μάθησης του Παυλώφ , πάνω στην όποια

10

βάσισαν την υπόθεση ματαίωση = επιθετικότητα. Συμφώνα με την θεωρία αυτή, η ματαίωση η διάψευση δηλαδή προσδοκιών και ελπίδων , δημιουργεί τις προϋποθέσεις και συμβάλλει στην εμφάνιση επιθετικής συμπεριφοράς. Το φαινόμενο της απογοήτευσης εμφανίζεται συχνά με τέσσερις μορφές : α) ως ένα ανυπέρβλητο φυσικό εμπόδιο, β)ως περιορισμός των χρονικών περιθωρίων για μια επιβαλλόμενη ενέργεια, γ) ως απουσία αμοιβής για το άτομο ανάλογη της εργασίας που επιτέλεσε και δ) ως απάντηση σε στιγμή κρίσης ή προβλήματος, η όποια δεν ανταποκρίνεται στα πράγματα. Μια σημαντική διάσταση αυτής της θεωρίας είναι η «μετατόπιση» της επιθετικότητας, κατά την οποία ένα υποκατάστατο αντικείμενο χρησιμοποιείται για την έκφραση επιθετικών συναισθημάτων γιατί το υποκείμενο δεν μπορεί να αντιδράσει και να λειτουργήσει επιθετικά ανοιχτά και ευθέως στον αληθινό του στόχο(Gross,1992). Ο Miller(1941) συμπλήρωσε την θεωρία της ματαίωσης/επιθετικότητας, προτείνοντας ότι η ματαίωση είναι ο υποκινητής της επιθετικότητας άλλα μπορεί ταυτόχρονα να αποτελεί και την πηγή της παλινδρόμησης, της κατάθλιψης και του λήθαργού(Seligman,1972). O Berkowitz (1962) επίσης, έκανε μια σειρά από τροποποιήσεις και παρεμβάσεις στην θεωρία ματαίωση = επιθετικότητα. Υποστήριξε ότι η ματαίωση επιφέρει στο πρώτο στάδιο, θύμο, ανησυχία και άγχος και στην συνέχεια επιθετικότητα . Για να οδηγηθεί κάποιος από τον θυμό στην επιθετικότητα χρειάζονται συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Αυτές μπορεί να είναι περιβαλλοντικά κίνητρα, το αντικείμενο της ματαίωσης ή ένα πρόσωπο. Μια άλλη διάσταση είναι αυτή της θεωρίας της μάθησης, βασισμένη στην αλληλεπίδραση ανθρώπου και περιβάλλοντος. Σύμφωνα με αυτήν ο άνθρωπος είναι γεννημένος με την συγγενή και μορφολογική τάση να συμπεριφέρεται βίαια, άλλα η έκφραση αυτών των συμπεριφορών εξαρτάται από το περιβάλλον( Lanza,1983). Στη συνέχεια, οι Bandura και Walters (1963), καθώς και άλλοι θεωρητικοί της κοινωνικής μάθησης υποστήριξαν την σημασία της παρατηρητικής μάθησης ή του μοντέλου για την ανάπτυξη και εκδήλωση επιθετικών συμπεριφορών. Θεώρησαν ότι τα παιδιά δείχνουν ένα μεγάλο βαθμό μίμησης της επιθετικότητας και της βίας. Ο Bandura (1973) έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον τρόπο με τον όποιο οι άνθρωποι μαθαίνουν την επιθετική συμπεριφορά κάτω από ειδικές καταστάσεις, καθώς επίσης ερεύνησε το λόγο που αυτοί συνεχίζουν να είναι επιθετικοί. Χώρισε την θεωρία του σε τρία διαφορετικά στάδια, τα όποια εξετάζουν: • Την προέλευση της επιθετικότητας • Τους λόγους που κινούν την επιθετικότητα • Την ενίσχυση της επιθετικότητας Ορισμένα από τα ΜΜΕ και ιδίως η τηλεόραση θεωρείται ότι έχουν ιδιαίτερα δυσμενείς επιδράσεις στην εκδήλωση βίαιης επιθετικής συμπεριφοράς (Atkinson at al, 1987). Στα πλαίσια της ψυχολογίας της συμπεριφοράς εντάσσονται και οι ψυχοπαθολογικές θεωρίες. Οι Holtzworth-Munroe και Stuart (1994) περιέγραψαν τρεις τύπους προσωπικότητας, οι οποίοι διαφοροποιούνται από τα αντικείμενα προς τα οποία κατευθύνεται η επιθετική τους συμπεριφορά, τη σταθερότητα της διάθεσης τους και τα αντικοινωνικά τους χαρακτηριστικά. Οι μελέτες αυτές στηρίχθηκαν κυρίως στις απόψεις του Merαrgee (1966) για δύο τύπους προσωπικότητας που συνήθως ρέπουν προς την βίαιη επιθετική συμπεριφορά : α) τα άτομα που ελάχιστα ελέγχουν τις αντιδράσεις τους

11

και αντιδρούν επιθετικά ακόμα και σε καταστάσεις όπου μια τέτοια αντίδραση φαίνεται υπερβολική, β)τα άτομα που ελέγχουν και καταστέλλουν συστηματικά τις αντιδράσεις τους έστω και αν οι βίαιες αντιδράσεις τους θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εύλογες. Αποτέλεσμα των συνεχών καταπιέσεων είναι ότι τα άτομα αυτά παρουσιάζουν στο τέλος αντιδράσεις με οξύ εκρηκτικό χαρακτήρα εντελώς δυσανάλογες με το αίτιο. 1.2.2 Βιολογικές θεωρίες •



Το κύριο ερώτημα που μελετάται στα πλαίσια της βιολογικής έρευνας είναι το εάν υπάρχουν σε ορισμένους ανθρώπους κάποια ιδιαίτερα βιολογικά χαρακτηριστικά τα οποία τους δημιουργούν προδιάθεση προς την βίαιη επιθετική συμπεριφορά, κάτι σαν ένστικτο επιθετικότητας και καταστροφικότητας. Η έρευνα για τη γενετική προέλευση της επιθετικής συμπεριφοράς περιλαμβάνει μελέτες για την κληρονομικότητα των επιθετικών χαρακτηριστικών και την επίδραση γενετικών ανωμαλιών.

Ξεκινώντας από τις απόψεις του Lombroso 4 για την διερεύνηση της εγκληματικής ιδιοσυγκρασίας και του παράγοντα της επιθετικότητας, η ερεύνα συνεχίστηκε στην γενετική, στην παρατήρηση διδύμων και στην νευρολογία του εγκεφάλου. Στις δυο πρώτες ομάδες ερευνών μελετώνται οι γενετικές ομοιότητες μεταξύ των ατόμων, ενώ στις μελέτες υιοθεσίας προσφέρεται η παρατήρηση των επιδράσεων του περιβάλλοντος. Οι πρώτες μελέτες διδύμων προσπάθησαν να αναζητήσουν μονοζυγώτες ή και διζυγώτες διδύμους για να διαπιστώσουν κατά πόσο άτομα με μεγάλη ομοιότητα, εμφανίζουν ή όχι διαφορές στην ροπή προς την επιθετικότητα και τις εγκληματικές συμπεριφορές (Langen Tellegen at al, 1988). Οι μελέτες του Christiansen εξέτασαν την εξέλιξη όλων των διδύμων που είχαν γεννηθεί σε ορισμένη περιοχή της Δανίας από το 1910 έως το 1981. Ο ερευνητής επικεντρώθηκε μόνο σε σοβαρές εγκληματικές ενέργειες και διαπίστωσε πως η πιθανότητα για κάποιον μονοζυγώτη δίδυμο να εκδηλώσει εγκληματική συμπεριφορά ίδια με του αδερφού του είναι 50% ενώ στους διζυγώτες δίδυμους το ποσοστό είναι 21%. Σε νεότερες μελέτες οι Tedeschi και Felson (1994) καταλήγουν ότι η επιθετική συμπεριφορά δεν προέρχεται από άμεσα γενετικούς παράγοντες άλλα ότι οι τελευταίοι μόνο έμμεσα επηρεάζουν ή υποκινούν την επιθετική συμπεριφορά . Oι τελευταίοι επιχείρησαν μια μετά-ανάλυση 38 οικογενειών, διδύμων και υιοθετημένων με σκοπό να εξετάσουν την σχέση μεταξύ της γενετικής κληρονομικότητας και εγκληματικών συμπεριφορών. Η μελέτη έδειξε ότι το δείγμα παρέχει όλο και λιγότερη υποστήριξη στη σχέση γενετικών παραγόντων ανάμεσα σε δίδυμους και επιθετικής, βίαιης συμπεριφοράς και εγκληματικότητας. Επιπλέον οι μελέτες που αφορούν σε υιοθετημένα άτομα είναι ακόμη λιγότερο δηλωτικές της σχέσης μεταξύ γενετικής προδιάθεσης και εγκληματικότητας. Yπάρχει μια χαλαρή σύνδεση μεταξύ γενετικής προδιάθεσης και εγκληματικότητας, η οποία μπορεί να γίνει ακόμη χαλαρότερη όσον αφόρα την βίαιη επιθετική συμπεριφορά. Οι Mednick , Gabrielli και Hutchings (1994), βρήκαν ότι τα υιοθετημένα παιδιά, των 4

Lombroso, C. and Ferrero, W. (1895) The Female Offender, Fisher Unwin, London.

12

οποίων οι γονείς είχαν διαπράξει εγκληματικές ενέργειες, έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμπλακούν σε επιθετικές συμπεριφορές. Αυτή η σχέση αφορά βέβαια μόνο εγκληματικές δραστηριότητες και όχι απαραίτητα εκδήλωση κατ’ επανάληψη βίαιης συμπεριφοράς. Ο Volavka (1995) εξετάζοντας όλη τη βιβλιογραφία υποστηρίζει ότι οι μελέτες διδύμων υποδηλώνουν μια γενετική επίδραση στην εγκληματική συμπεριφορά άλλα η σύνδεση με την επιθετική, βίαιη συμπεριφορά δεν είναι ξεκάθαρη αφού οι περισσότερες μελέτες δεν σχεδιάστηκαν για να ερευνήσουν αυτό. Τονίζει τέλος, ότι υπάρχει μια τάση εξέτασης της βίαιης εγκληματικής συμπεριφοράς σε σχέση με την αλληλεπίδραση μεταξύ γενετικών, προγενετικών και μεταγεννητικών παραγόντων. Μελέτες επίσης έγιναν για την τεκμηρίωση της γενετικής αντίληψης ότι οι άνδρες είναι περισσότερο επιθετικοί από τις γυναίκες, αφού η επιθετική συμπεριφορά συνδέεται με το χρωμόσωμα Υ. Οι Tedeschi και Felson (1994) παρουσιάζουν μια ανακεφαλαίωση των ερευνών που έγιναν σε φυλακισμένους, οι οποίες δείχνουν πως υπάρχει ένα ποσοστό ανδρών με επιπλέον χρωμόσωμα (ΧΥΥ και ΧΧΥ) από το ποσοστό που υπάρχει στον γενικό πληθυσμό. Αυτό το δείγμα χρησιμοποιήθηκε για το επίπεδο ευφυΐας και επίτευξης στόχων . Η χρωμοσωματική ανωμαλία δεν μπορεί από μόνη της να εξηγήσει επαρκώς ή να καθορίσει τις βίαιες επιθετικές εγκληματικές συμπεριφορές του ατόμου, άλλα πρέπει να συνδυαστεί με μια σειρά από άλλους παράγοντες. Προσπάθεια τεκμηρίωσης των επιθετικών συμπεριφορών επιχειρήθηκε και μέσα από ενδοκρινικές έρευνες. Οι έρευνες αυτές έδειξαν ότι τα αρσενικά των περισσότερων ειδών είναι πιο επιθετικά . Παρόλο που υπάρχουν εξαιρέσεις σε αυτό τον κανόνα η διαφορά ανάμεσα στα φύλα είναι αρκετή για να εμπλέξει τις ορμόνες ως παράγοντες που συμβάλουν στην εμφάνιση επιθετικής συμπεριφοράς( Tedeschi & Felson , 1994). Οι Kreuz και Rose (1972), σε έρευνά τους, βρήκαν υψηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης σε φυλακισμένους, οι οποίοι είχαν διαπράξει ιδιαίτερα βίαια εγκλήματα. Παρόμοια ευρήματα προέκυψαν και σε γυναίκες φυλακισμένες όπου έδειξαν ότι η συγκέντρωση τεστοστερόνης στο σίελο ήταν χαμηλότερη σε γυναίκες που είχαν αμυντικές βίαιες συμπεριφορές με σκοπό να προστατέψουν τον εαυτό τους και σε υψηλότερα επίπεδα σε γυναίκες που είχαν διαπράξει απρόκλητες βιαιότητες (Virkkumen et al, 1994). Σε αυτές τις παρατηρήσεις επισημαίνεται η επίδραση και άλλων εξωγενών παραγόντων, οι οποίοι υποκινούν και ενισχύουν τις όποιες βιολογικές καταβολές (Tedeschi & Felson, 1994). Μελέτες επικεντρώθηκαν και στη σύνδεση ορμονών, και κυρίως εκείνων που παράγονται στους γεννητικούς αδένες των ανδρών, οι λεγόμενες «ανδρογόνα». Οι ερευνητές συνέδεσαν επίσης την τεστοστερόνη με την επιθετική συμπεριφορά (Olweus et al.,1998). Η χρήση μάλιστα χημικής τεστοστερόνης από γυναίκες ομοφυλόφιλες αναφέρεται ότι αύξησε τα επίπεδα θυμού και επιθετικότητας κατά τη θεραπεία (Frijda & de Poll, 1994). • Η βίαιη επιθετική συμπεριφορά συνδέθηκε επίσης με το προεμμηνορροϊκό σύνδρομο, το οποίο ενοχοποιήθηκε για τις αυξημένες απόπειρες αυτοκτονίας (Tedeschi & Felson, 1994). Η ορμόνη που συνδέθηκε, αρχικά, με τη θηλυκή επιθετικότητα ήταν η προγεστερόνη. Οι γυναίκες που εκδηλώνουν επιθετικές και βίαιες συμπεριφορές είναι πιθανότερο να τις εκδηλώσουν κατά τη διάρκεια της προεμμηνορροϊκής περιόδου (Volavka, 1995).

13

Η υπογλυκαιμία ή το χαμηλό ζάχαρο έχουν συνδεθεί επίσης με την οξυθυμία και την επιθετική συμπεριφορά (Volavka, 1995) 5. Κατά τη διάρκεια των υπογλυκαιμικών κρίσεων, τα άτομα μπορούν να είναι εξαιρετικά επιθετικά και νευρικά (Moyer 1987) 6. Η Siann (1985) 7 αξιολόγησε και ταξινόμησε τις μελέτες που αφορούν τις βιολογικές λειτουργίες που επηρεάζουν την επιθετικότητα και τη βίαιη συμπεριφορά και καταλήγοντας τόνισε ότι υπάρχει έλλειψη επαρκών επιχειρημάτων, τα οποία να υποστηρίζουν απόλυτα και καταφατικά τη σχέση μεταξύ αυτών των παραγόντων και της επιθετικότητας. 1.2.3 Κοινωνιολογικές θεωρίες. Ενώ οι παραπάνω μελέτες αναζητούν την αιτία της επιθετικής συμπεριφοράς στο άτομο, η κοινωνιολογική προσέγγιση συνδέει την εκδήλωση της επιθετικής συμπεριφοράς με τη δομή και τη λειτουργία τη κοινωνίας και των διαφόρων κοινωνικών ομάδων μέσα σ’ αυτή. Σύμφωνα με τον Durkheim, «υπάρχουν φαινόμενα στο κοινωνικό σύστημα τα οποία ενώνουν τις μάζες. Τα φαινόμενα αυτά δημιουργούν τη συλλογική συνείδηση». Αυτή η ιδέα αναφέρεται στις ιδέες και τα συναισθήματα που μοιράζεται κάθε μέλος της κοινωνίας. Η συλλογική συνείδηση δημιουργεί την ηθική τάξη. Χωρίς τη συλλογική συνείδηση τα άτομα θα λειτουργούσαν με βάση το ατομικό συμφέρον και όχι το κοινωνικό όφελος. Η έννοια της συλλογικής συνείδησης έγινε αποδεκτή και από τον Le Bon (1895/1960) αλλά η κατανόηση και η ερμηνεία της είναι εντελώς διαφορετική από του Durkheim. Ο Le Bon πίστευε ότι η συλλογική συνείδηση είναι κατώτερη από την ατομική. Σύμφωνα με την άποψή του τα άτομα μεταφέρονται σε ένα πιο πρωτόγονο επίπεδο στις ομάδες, όπου χάνουν την κρίση τους και λειτουργούν πιο αυθόρμητα. Σύμφωνα με τους θεωρητικούς όσο πιο πρωτόγονο το επίπεδο της συνείδησης, τόσο πιο έντονη η εκδήλωση της επιθετικότητας. Η έρευνα και μελέτη των σύγχρονων κοινωνιών έδειξε ότι η βίαιη, επιθετική συμπεριφορά έχει πάντα μεγαλύτερη πιθανότητα να εκδηλωθεί σε κοινωνικές ομάδες των οποίων ο υποπολιτισμός, δηλαδή το σύστημα των κοινών αξιών και κανόνων συμπεριφοράς, ευνοεί και ενισχύει την εκδήλωση μιας τέτοιας συμπεριφοράς (Wolfgang & Ferracuti, 1967). Για τους κοινωνιολόγους, η αποκλίνουσα και η «κανονική» συμπεριφορά είναι προϊόντα της εκάστοτε κοινωνικής δομής που βασίζεται αντίστοιχα σε ένα κοινά αποδεκτό σύστημα κοινωνικών και ηθικών αξιών. Με βάση αυτή την αντίληψη αναπτύχθηκαν διάφορες κοινωνιολογικές θεωρίες όπως: α) η θεωρία περί της ανομίας, β) η θεωρία για τη σύγκρουση των πολιτισμών και των υποπολιτισμών, γ) η θεωρία για τις διαφοροποιητικές κοινωνικές συναναστροφές, δ) η θεωρία για τα συστήματα διαφορετικών ευκαιριών, ε) για την υποκειμενική έννοια της ανομίας και στ) η θεωρία της ετικέτας. 5

Volavka J (1995), Neurobiology of Violence. Washington, D.C.: American Psychiatric Press. Moyer KE.,(1987) Violence and aggression—a physiological perspective. New York: Paragon House 7 Siann G (1985) Accounting for Aggression: Perspectives on Aggression and Violence. London, Allen Unwin. 6

14

Θεωρήθηκε επίσης απαραίτητη η μελέτη όλων εκείνων των παραγόντων που συντελούν στην κοινωνικοποίηση του ατόμου, καθώς παίζουν ρόλο στην εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς. Οι βασικότεροι παράγοντες είναι: α)η οικογένεια, β) το σχολείο, γ) η εργασία δ) το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Ο Κουράκης (1989) αναφέρει ότι η δυσλειτουργία και υπολειτουργία αυτών των παραγόντων οδηγεί στη «θεσμική αποδιοργάνωση», η οποία με τη σειρά της υποθάλπει τις βίαιες, επιθετικές συμπεριφορές και ευνοεί γενικότερα την εμφάνιση κάθε μορφής αποκλίνουσας συμπεριφοράς. Από τις κοινωνικές θεωρίες βγαίνει το συμπέρασμα ότι η επίδραση του στενού και του ευρύτερου κύκλου του ατόμου έχει μεγάλη σημασία είτε στην εκμάθηση μιας αποκλίνουσας συμπεριφοράς είτε στην συναισθηματική καταπίεση του ατόμου όταν η συμμετοχή του και η παρουσία του στον περίγυρο δεν αναγνωρίζεται. 8

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΕΝΔΟ-ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΒΙΑ Οικογενειακή βία υφίσταται όταν ένα μέλος της οικογένειας επιχειρεί να κακοποιήσει φυσικά ή ψυχολογικά ή να βλάψει άλλο μέλος. Το ενδιαφέρον για το φαινόμενο της οικογενειακής βίας ξεκίνησε από τη δράση των γυναικών ως υπόθεση ότι οι γυναίκες κακοποιούνται από τους συζύγους τους, και έχει παραμείνει το επίκεντρο του μοντέρνου φεμινισμού, ειδικά με τον όρο «βία εναντίον των γυναικών». Υπάρχει η τάση στο να δίνεται έμφαση στις γυναίκες ως θύματα οικογενειακής βίας όμως με την ανάπτυξη του ανδρικού κινήματος και ιδιαίτερα των ανδρικών δικαιωμάτων, υπάρχει συνηγορία για τους άνδρες ως θύματα, παρόλο που οι στατιστικές που αφορούν τον αριθμό των ανδρών θυμάτων που έχουν δοθεί από αυτούς είναι αρκετά αμφισβητήσιμοι από πολλές ομάδες που ασχολούνται με το φαινόμενο της «βίας εναντίον των ανδρών». Η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων ενδο-οικογενειακής βίας, όπως δείχνουν διάφορες έρευνες είναι γυναίκες και παιδιά, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άντρες που κακοποιούνται. Η οικογενειακή βία συμβαίνει σε όλες τις κουλτούρες, άνθρωποι όλων των φυλών, εθνικοτήτων και θρησκειών μπορεί να είναι δράστες οικογενειακής βίας. Η βία στην οικογένεια μπορεί να διαπραχθεί τόσο από άνδρες όσο και από γυναίκες και συμβαίνει στις ομοφυλόφιλες όπως και στις ετερόφυλες σχέσεις. Υπάρχουν πολλά είδη οικογενειακής βίας περιλαμβανομένων της φυσικής βίας, της σεξουαλικής βίας, της συναισθηματικής κακοποίησης, του εκφοβισμού, οικονομικής στέρησης ή απειλές βίας. Υπάρχουν ορισμένες διαστάσεις: • Είδος-φυσική, ψυχολογική, σεξουαλική, κοινωνική. • Συχνότητα-μια φορά, περιστασιακά, διαχρονικά.

8

Χατζηβασιλειάδης Γ. 2005 «Αίτια και παράγοντες που συμβάλλουν στην εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς φιλάθλων σε Εθνικά Επαγγελματικά και Ερασιτεχνικά πρωταθλήματα της Ελλάδας»

15



Σοβαρότητα-σε σχέση με την ψυχολογική ή τη φυσική βλάβη και την ανάγκη για θεραπεία-αν είναι προσωρινό ή μόνιμο τραύμα-μπορεί να είναι από ήπια μορφή ως ανθρωποκτονία.

. Η οικογενειακή βία μπορεί να είναι: Φυσική βία Άμεση φυσική βία, που εκτείνεται από ανεπιθύμητη σωματική επαφή μέχρι το βιασμό και το φόνο. Πρόκειται για την σκόπιμη χρήση φυσικής δύναμης για να προκαλέσει τραύμα, ανικανότητα, ή ακόμα και θάνατο. Περιλαμβάνει χτύπημα, σπρώξιμο, κλωτσιές, δάγκωμα ή χρήση όπλου. Έμμεση φυσική βία, που περιλαμβάνει καταστροφή αντικειμένων, πέταγμα ή σπάσιμο αντικειμένων κοντά στο θύμα, κακοποίηση κατοικίδιων. Συναισθηματική κακοποίηση Η συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να περικλείει, χωρίς όμως να περιορίζεται, ταπείνωση του θύματος, έλεγχο του τι μπορεί και τι δεν μπορεί να κάνει, απόκρυψη πληροφοριών από τον θύμα, σκόπιμες πράξεις που κάνουν το θύμα να νιώθει μειονεκτικά και ταπεινωμένο. Θεωρείται πως υπήρξε συναισθηματική βία εάν επίσης έχει προηγηθεί άσκηση φυσικής ή σεξουαλικής βίας ή απειλές. Οι λεκτικές απειλές ή φυσική βία στο θύμα, στον ίδιο του τον εαυτό ή σε άλλους συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών, επεκτείνεται από υπονοούμενα και ασάφειες ως σαφή, λεπτομερή και επικείμενη. Η λεκτική βία περιλαμβάνει απειλές, προσβολές, επιθέσεις. Οι μη λεκτικές απειλές περιλαμβάνουν χειρονομίες, εκφράσεις του προσώπου, θέση του σώματος. Οι δράστες αυτού του είδους οικογενειακής βίας μπορεί να είναι και θύτες και θύματα, άνδρες και γυναίκες. «Συγγενική επιθετικότητα» είναι ένα είδος συναισθηματικο-κοινωνικής βίας που χρησιμοποιεί ψέματα, μυστικοπάθεια και κουτσομπολιό και αποτελεί ένα είδος κρυφής βίας. Είναι εξαιρετικά επιτυχημένη τακτική διότι πολύ λίγοι άνθρωποι είναι σε θέση να το ανακαλύψουν. Γυναίκες αλλά και άνδρες χρησιμοποιούν συχνά αυτή τη μορφή καθώς είναι κρυφή, δεν αφήνει εμφανή ψυχικά τραύματα και μπορούν να καλυφθούν με ένα χαμόγελο. Αυτή η μορφή βλάπτει την εικόνα της καλής φήμης και καταστρέφει τις σχέσεις (Gelles 1997). «Γονική αποξένωση» είναι ένα άλλο είδος κρυφής βίας όπου τα παιδιά χρησιμοποιούνται ως όπλο από τον έναν γονέα προς τον άλλον. Αυτό το κρυφό είδος οικογενειακής βίας χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες, και ορισμένες φορές και από άνδρες, σε γάμους που υπάρχουν έντονες διαμάχες. Ως αποτέλεσμα έχει το ένα παιδί να παρουσιάζει επιθετικότητα προς τον ένα γονέα (Gelles 1997). Οικονομική/κοινωνική κακοποίηση Το να ελέγχει τα χρήματα του θύματος και άλλες οικονομικές πηγές. Αναγκάζει το θύμα να ικετεύει για χρήματα έως ο θύτης να του δώσει μερικά. Επίσης, εμποδίζει το θύμα από το να ολοκληρώσει τις σπουδές του ή από το να βρει εργασία. Όσον αφορά

16

στην κοινωνική κακοποίηση, εμποδίζει το θύμα από το να βλέπει φίλους και συγγενείς, και το απομονώνει από τις κοινωνικές επαφές (Gelles 1997). Πνευματική κακοποίηση Η πνευματική κακοποίηση περιλαμβάνει: -Παραπλάνηση ή εξαναγκασμό του ατόμου να πράξει κάτι χρησιμοποιώντας τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις για να το πείσει. -Παρεμπόδιση του συντρόφου να εκφράσει την θρησκευτική του πίστη. -Γελοιοποίηση της θρησκευτικής πίστης ή των αξιών του άλλου ατόμου. Η μελέτη των Tjaden & Thoannes πραγματεύεται έναν τύπο ενδοοικογενειακής βίας, τον όρο «συντροφική βία» που περιγράφει την σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική βλάβη από ένα νυν ή πρώην σύντροφο ή σύζυγο. Στην προκειμένη περίπτωση προτιμάται ο όρος συντροφική βία έναντι άλλων όρων που έχουν εναλλακτικά χρησιμοποιηθεί όπως «συζυγική βία» ή «συζυγική κακοποίηση» ή «κακοποίηση της γυναίκας» καθώς οι όροι αυτοί περιορίζουν το φαινόμενο στα έγγαμα ζευγάρια αποκλείοντας τα ζευγάρια που συμβιώνουν ή επικεντρώνονται στην γυναίκα και αποκλείοντας τις περιπτώσεις στις όποιες θύμα της σχέσης είναι ο άνδρας. Αυτός ο τύπος βίας μπορεί να συμβεί μεταξύ ετερόφυλων ή και ομοφυλόφιλών ζευγαριών και δεν απαιτεί σεξουαλική σχέση. Η συντροφική βία μπορεί να ποικίλει ως προς τη σοβαρότητα και την συχνότητά της. Εδώ και 25 χρόνια παρουσιάζεται ένα αυξημένο ενδιαφέρον πάνω στο θέμα της οικογενειακής βίας εναντίον της γυναίκας από τον σύντροφο της. Εδώ και 14 με 15 χρόνια ορισμένοι άνθρωποι θέλησαν να μιλήσουν για την ενδοοικογενειακή βία στις χώρες τους. Στην δεκαετία του 70 ορισμένες θαρραλέες γυναίκες οι οποίες είχαν υποστεί βία από τους συντρόφούς τους άρχισαν να μιλούν για το “πονεμένο τους μυστικό”. Οι φεμινιστικές οργανώσεις συσπειρώθηκαν γύρω από αυτές τις γυναίκες και τους έδωσαν φωνή και πολιτική δύναμη ώστε να ενθαρρύνουν τους πολιτικούς και την νομοθεσία να δώσουν περισσότερη προσοχή πάνω σε αυτό το ζήτημα. Οι φεμινίστριες έγιναν δυνατοί συνήγοροι αυτών των γυναικών και από κοινού συνενώθηκαν ώστε να προβληματίσουν τους πολίτες και τους πολιτικούς, με αποτέλεσμα, κρατικά κονδύλια και διάφορες υπηρεσίες να ιδρυθούν για τις γυναίκες και τα παιδιά τους ώστε να τiς βοηθήσουν να ξαναφτιάξουν τις ζωές τους( VAWA , 1994). Παρόλο που αυτές οι φεμινίστριες βοήθησαν εκατομμύρια γυναίκες να ξεφύγουν από την κακοποίηση που υπέστησαν από τον σύντροφο τους , μπορούμε να διαπιστώσουμε ότι προσφώνησαν μόνο την μισή πλευρά του προβλήματος. Γενικότερα, για τις φεμινίστριες, σε σύγκριση με τις αμερόληπτες φεμινίστριες (Hoff-Sommers, 1994), είναι προτεραιότητα τους, αν όχι αποκλειστικό ενδιαφέρον, να παρουσιάσουν την κακομεταχείριση του άνδρα προς την γυναίκα στην κοινωνία, και δεν ενδιαφέρονται ιδιαίτερα στο να παρουσιάσουν την κακομεταχείριση της γυναίκας εναντίον του άνδρα, ειδικότερα στις περιπτώσεις της ενδο-οικογενειακής βίας, περικλείοντας και εκείνη εναντίον του παιδιού. Όταν αναφέρονται σε βία ανάμεσα στο ζευγάρι ή στην παιδική κακοποίηση, προσπαθούν να ρίξουν το κύριο φταίξιμο και την ευθύνη για την κακοποίηση στους άνδρες, υπερτονίζοντας το πρόβλημα ότι ζουν σε μια πατριαρχική κοινωνία όπου καταπιέζει τις γυναίκες.

17

Όπως ο John Archer (2000, σελ.651) ανέφερε, «Η φεμινιστική άποψη θεωρεί την συντροφική βία ως συνέπεια της πατριαρχίας, και αυτό περιλαμβάνει κατά ένα μεγάλο μέρος τους αρσενικούς δράστες». Οι φεμινίστριες επίσης αναφέρουν ότι κάθε γυναίκα που κακοποιεί τον σύντροφο της, το κάνει κυρίως σε περιπτώσεις αυτοάμυνας, ή οι γυναίκες κακοποιούν τα παιδιά τους λόγω της κακοποίησης που πρώτα αυτές έλαβαν από τους συντρόφους τους. Ως αποτέλεσμα αυτών των πεποιθήσεων, η μόνη ομιλία περί ενδο-οικογενειακής βίας, που προσφωνήθηκε από τις «αμερόληπτες» φεμινίστριες αφορά την βία όπου δέχεται η γυναίκα από τον άνδρα και όχι και το αντίστροφο.

Γυναικεία κακοποίηση Η πραγματικότητα της συντροφικής κακοποίησης χρονολογείται πριν αιώνες. Καταγράφηκε περίπου το 2500 Π.Χ, την εποχή της Πατριαρχία, ένας αρχαίος νόμος που καθοδηγούσε τους συζύγους να χαράζουν το όνομα των «λεκτικά» υβριστικών συζύγων τους σε ένα τούβλο, το οποίο ύστερα θα το χρησιμοποιούσαν ώστε να τους σπάσουν τα δόντια (Steinmetz, 1980, p .335). O Sir William Blackstone έγραψε το νόμο ότι «ένας άνδρας είχε την δυνατότητα να τιμωρήσει, χωρίς φυσική βία, την σύζυγό του όπως και εκείνη παράλληλα θα τιμωρούσε τα δικά του παιδιά». (Sommers, 1994, σελ. 205). Στο σύζυγο δόθηκε αυτή η εξουσία λόγω της νομικής και οικονομικής ευθύνης για τις πράξεις και των δυο, της συζύγου και των παιδιών του. Δυο δικαστές από την νότια Αμερική κάνουν λόγο για έναν μεταγενέστερο νόμο που δίνει στον σύζυγο την άδεια να χτυπάει την γυναίκα του με ένα σκεύος όχι μεγαλύτερο του αντίχειρα. Θα πρέπει να αναφερθεί ότι και οι δυο δικαστές δεν υποστήριξαν τον νόμο. Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι υπήρχαν νόμοι απέναντι στην γυναικεία κακοποίηση στην Αμερική πριν τον Παγκόσμιο πόλεμο και η γνησιότητα αυτού του «εμπειρικού νόμου» δεν προέρχεται από αυτόν τον μεταγενέστερο νόμο, άλλα από τους ξυλοκόπους όπου χρησιμοποιούσαν τον αντίχειρα τους ως όργανο καταμέτρησης (Sommers, 1994, pp. 204-208). Παρόλα αυτά, οι δυο δικαστές δέχθηκαν την ιδέα, ότι οι σύζυγοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν σε κάποιο επίπεδο σωματική βία εναντίον των συζύγων τους. Η ιστορία μάς έχει αναφέρει πολλούς συζύγους στους οποίους δόθηκε άδεια από τον κοινωνικό περίγυρο να τιμωρήσουν τις συζύγους τους. Συγκρίνοντας την γυναικεία επιθετικότητα με εκείνη του άνδρα Τα στοιχεία λένε ότι οι γυναίκες δολοφονούνται από τους συζύγούς τους ή από τους συντρόφους τους σε υψηλότερη συχνότητα από ότι οι σύζυγοι από τις γυναίκες τους. Στην διάρκεια του 1992 και του 1994 το Αμερικάνικο Υπουργείο Δικαιοσύνης ανέφερε ότι υπάρχουν διπλάσιες πιθανότητες οι γυναίκες να δολοφονηθούν από τους συζύγους τους ή από τους συντρόφους τους από ότι οι σύζυγοι από τις συζύγους τους ή τις συντρόφούς τους (Στατιστικό Γραφείο Δικαιοσύνης, 1995 NCJ-154348, σελ. 3, 1996, NCJ-162602, σελ. 2). Το 1998 στο Αμερικάνικο Υπουργείο Δικαιοσύνης εκτιμήθηκε ότι οι γυναίκες είναι τρεις φορές πιθανότερο να δολοφονηθούν από τους συντρόφους τους από ότι οι άνδρες. Το 1996 1,326(72%)γυναίκες δολοφονήθηκαν σε σχέση με 516(28%)

18

άνδρες, ένα συμπέρασμα το οποίο περικλείει και τα δυο φύλα (Γραφείο Στατιστικής Δικαιοσύνης, 1998, NCJ-167237, σελ. 37). Ο Warren Farrell (1999, σελ. 151) έθιξε το θέμα ότι οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να σκοτώσουν τους συντρόφους τους με δηλητήριο ή προσλαμβάνοντας κάποιον «επί χρήμασι» ή πείθοντας τον εραστή τους να το κάνει αντί γι’ αυτές. Αυτές οι δύο τελευταίες προσεγγίσεις προέρχονται από τις στατιστικές του FBI για τους πολλαπλούς εγκληματίες, οι οποίοι σκοτώνουν τους συντρόφους τους. Παρόλα αυτά, το 1985 η Εθνική Έρευνα κατά της Οικογενειακής Βίας εισηγήθηκε ότι κατά 33% περισσότερες γυναίκες από άνδρες είναι κακοποιημένες από τους συντρόφους τους (Straus & Gelles, 1986). Η Εθνική Έρευνα κατά της γυναικείας κακοποίησης ανακάλυψε ότι το 8,5% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφεραν ότι έχουν «χτυπηθεί» σε σύγκριση με το 0,6% των ανδρών που αναφέρουν το ίδιο (Tjaden, P. & Thoennes, N., 1998, p. 7). Το 1993, το Αμερικάνικο Γραφείο Στατιστικής Δικαιοσύνης, ανέφερε ότι οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να βιασθούν και να κακοποιηθούν σωματικά από τους συντρόφους τους σε σύγκριση με τους άνδρες. Τι συμβαίνει με την αντρική κακοποίηση; Η κακοποίηση των ανδρών από τις συντρόφους τους αξίζει να προβληματίσει την κοινή γνώμη. Υπάρχουν ιστορικά δεδομένα κακοποιημένων συζύγων, οι οποίοι δεν έζησαν μόνο την ντροπή της κακοποίησης, αλλά και του δημόσιου εξευτελισμού και της επίκρισης για το ότι δεν μπόρεσαν να «ελέγξουν» τις συζύγους τους. «Στην Γαλλία, ο σύζυγος που επέτρεψε στην γυναίκα του να τον δείρει, αναγκάστηκε να φορέσει μια περίεργη ενδυμασία και να κάνει τον γύρο του χωριού κρατώντας την ουρά ενός γαϊδάρου!» (George, 1994, p. 137). Να πως μια γυναίκα δικαιολογεί την επίθεση της στον σύντροφο της: «Όταν είναι μεθυσμένος, ξέρω ότι είμαι πιο δυνατή από αυτόν, έτσι του έδωσα μια καλή σπρωξιά και τον χτυπούσα όπου μπορούσα. Δεν στόχευα. Αυτός κατέληξε στο πάτωμα και τον χτυπούσα ως τα ξημερώματα.» (Steinmetz, 1980, p. 336). Παρόλο που η επιθετικότητα μπορεί να έχει ενστικτώδεις ρίζες, η μέθοδος που εκθέτει την βία «εμφανίζεται στην διδασκόμενη συμπεριφορά» (Steinmetz, 1980, p 334). Μια ομάδα ερευνητών επανεξέτασε 72 μελέτες που μετράνε την επιθετική συμπεριφορά σε άντρες και σε γυναίκες. Ανακάλυψαν ότι τα 2/3 των ερευνών «δεν έδειξαν την αναμενόμενη ανδρική υψηλή επιθετικότητα σε σχέση με εκείνη των γυναικών» (Frodi et al., 1977 9, p. 634.). Επίσης βρήκαν ότι όταν οι γυναίκες ενεργούν επιθετικά είναι δικαιολογημένες , και «έχουν» την άδεια του κράτους για να επιτεθούν. Υπάρχει μια λεπτή διαφορά στα περιστατικά της επιθετικής συμπεριφοράς ανάμεσα στα δύο φύλα (Frodi et al., 1977, p. 647). Είναι η τεστοστερόνη η αιτία της ανδρική επιθετικότητας; Είναι η επιθετική συμπεριφορά απόρροια κάποιου συγκεκριμένου φύλου ή βασίζεται στις ανθρώπινες

9

Frodi, A., Macauley, J. and Thome, P.R. (1977) Are women always less aggressive than men? A review of the experimental literature. Psychological Bulletin, 84, 634-660.

19

ορμόνες; Η Patricia Pearson (1997), η οποία έκανε μια εκτενή μελέτη πάνω στην γυναικεία επιθετικότητα, εξέτασε το ρόλο της ανδρικής ορμόνης τεστοστερόνης και την επίδραση της στην επιθετική συμπεριφορά. Δηλώνει ότι η έρευνα μέχρι σήμερα δεν έχει δώσει «κανένα απολύτως συμπέρασμα που να συνδέει την ανδρική ορμόνη με την βία». Συνεχίζει λέγοντας πως ένα από τα βασικά ελαττώματα της μεθοδολογίας της τεστοστερόνης είναι ότι συνήθως εξετάζεται σε φυλακισμένους άνδρες. Αυτό το στοιχείο είναι σημαντικό διότι «η τεστοστερόνη, όπως και η αδρεναλίνη αυξάνεται σε ανθρώπους που εκτίθενται σε καβγάδες». Η Pearson 10 ανέφερε ότι υπάρχουν επίσης υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης και σε γυναικείες φυλακές. Παρόλο που έθιξε ένα βασικό στοιχείο, δεν αποκλείει την ιδέα ότι τα υψηλά αυτά επίπεδα τεστοστερόνης είτε στους άνδρες είτε στις γυναίκες αυξάνουν το ποσοστό την επιθετικής συμπεριφοράς . Ο Sapolsky 11 (1997) μελέτησε τις επιδράσεις της τεστοστερόνης στο σώμα και ανακάλυψε πως αν κάποιος είναι ήδη επιθετικός, η τεστοστερόνη θα αυξήσει την επιθετική συμπεριφορά του άλλα δεν θα την προκαλέσει. Εξήγησε πως αυξάνοντας τα επίπεδα της τεστοστερόνης σε έναν άνδρα ο οποίος δεν είναι επιθετικός, δεν θα τον μετατρέψει σε επιθετικό. Στις ημέρες μας υπάρχουν κάποιες έρευνες οι οποίες υποστηρίζουν πως η επιθετικότητα του άνδρα στηρίζεται στην συγκεκριμένη ορμόνη. Ο Cook (1997) έγραψε ότι το 1995 στο συνέδριο της Ενδοκρινικής Κοινότητας μοιράσθηκαν φυλλάδια με τον ισχυρισμό ότι «η έλλειψη τις ανδρικής ορμόνης τεστοστερόνης, είναι πιο πιθανό να παράγει επιθετική συμπεριφορά, και όχι τα υψηλά επίπεδα ανδρογόνων». Σε άλλη έρευνα βρέθηκε πως «η γυναικεία ορμόνη οιστρογόνη είναι πηγή επιθετικών προδιαθέσεων» . Ο αριθμός των ανδρών θυμάτων αυξάνεται Οι συλλήψεις των γυναικών δραστών της ενδο-οικογενειακής βίας έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία 5 με 8 χρόνια, ένα γεγονός που σπάνια ανακοινώνεται από τα κέντρα ενδο-οικογενειακής βίας. Η εφημερίδα Detroit , στις 20 Απριλίου , του 1997 ανέφερε ότι «σε ανάλυση δεδομένων σχετικά με την εγκληματικότητα όπου συλλέχθήκαν από το αστυνομικό τμήμα του Μίσιγκαν, οι άνδρες ήταν θύματα σε ποσοστό 20% από το σύνόλο όλων των υποθέσεων βίας όπως καταγράφηκαν στο Μίσιγκαν το 1995 . Οι στατιστικές του αστυνομικού τμήματος της Καλιφόρνιας έδειξαν πως το 33% των συλλήψεων περί ενδοοικογενειακής βίας σε περίοδο 12 μηνών προέρχονταν από γυναίκες 12. Σήμερα τα «αρχειακά δεδομένα» παρουσιάζουν ότι ο αριθμός των ανδρών θυμάτων που αναφέρει ενδοοικογενειακή βία πλησιάζει το 15 % και σε πολλές περιπτώσεις πλησιάζει και το 30 με 35% , αλλά σε καμία περίπτωση δεν αγγίζει μόνο το 5% όπως ορισμένες παρουσιάσεις ή ορισμένη βιβλιογραφία ενδοοικογενειακής βίας αναφέρουν. Το 1995 το Αμερικάνικο Υπουργείο Δικαιοσύνης ανέφερε ότι οι άνδρες εξακολουθούν να έχουν υψηλότερο ποσοστό εγκληματικών επιθέσεων: Σε ποσοστό 83% 10

Pearson Patricia(1997) “When she was bad: Violent women and the myth of innoncence ” Toronto : Random House of Canada. 11 Sapolsky Robert, M., (1997). The Trouble with Testosterone and Other Essays on the Biology of the Human Predicamen. Scribner, New York 12 California Departement of Justice(1997): Criminal Justice Statistics Center Special run on April 21

20

και 17% για τις γυναίκες. Το ενδιαφέρον είναι ότι το μειωμένο ποσοστό των γυναικών, μεγαλώνει πιο γρήγορα σε αντίθεση με εκείνο των ανδρών. (FBI: Uniform Crime Reports, 1995, ).

Η ετήσιες αναφορές του εγκλήματος (FBI, 1995) Ποσοστό αυξανόμενο από το 1991 έως το 1995 Κατηγόρια επίθεσης Εμπρησμός Επικίνδυνες επιθέσεις Έλεγχος, όπλα Επιθέσεις εναντίον της οικογενείας και των παιδιών

Συνολικό ποσοστό αύξησης 3% 27% 4% 37%

Κάτω των 18 το ποσοστό αύξησης 15% 70% 6% 39%

2%

13%

11%

42%

35%

62%

54%

77%

Οι αναφορές εγκλημάτων του Αμερικάνικου Υπουργείου Δικαιοσύνης δεν συλλέγουν ακριβείς πληροφορίες, σχετικά με το πόσες συλλήψεις έγιναν λόγω ενδοοικογενειακής βίας (FBI: Uniform Crime Reports,1995).

2.1 Παράγοντες που συμβάλουν στην ενδο-οικογενειακή βία

Πατριαρχία Οι προοδευτικές φεμινίστριες ισχυρίζονται ότι ο πρωταρχικός , αν όχι ο μοναδικός λόγος της ενδοοικογενειακής βίας είναι η πατριαρχία. Η Gloria Steinem υποστηρίζει ότι « Η πατριαρχία απαιτεί βία ή την υποσυνείδητη απειλή της βίας για να παραμείνει ως έχει…Η πιο επικίνδυνη κατάσταση για μια γυναίκα δεν είναι ένας άγνωστος άνδρας στον δρόμο ή ο εχθρός σε περιόδους πολέμου , άλλα ένας σύζυγος ή εραστής στην απομόνωση του σπιτιού τους»(Cook Philip, 1997). Οι άνδρες που κακοποιούν τις συντρόφούς τους, η θεωρία λέει ότι αντιδρούν βίαια όχι επειδή είναι άτομα που δεν μπορούν να ελέγξουν την διάθεση τους, και όχι επειδή είναι δολοφόνοι ή αλκοολικοί ή ιδιαίτερα προβληματικοί άνθρωποι , αλλά επειδή τέτοιου είδους συμπεριφορά ενυπάρχει στην πατριαρχεία. Η ενδο-οικογενειακή βία, στα

21

μάτια των φεμινιστριών είναι ένα βασικό στοιχείο στην τεράστια συνομωσία των ανδρών να καθυποτάξουν και να μειώσουν τις γυναίκες. Για να εμποδίσουμε τους άνδρες από την κακοποίηση των γυναικών θα πρέπει να διδαχθούν τα λάθη της πατριαρχίας και να τα αποποιηθούν. Ο Dutton (1996) έχει εξετάσει την θεωρία της πατριαρχίας και την αρνείται για τους εξής λόγούς: •

Ο ξυλοδαρμός ανάμεσα σε γυναίκες ομοφυλόφιλές είναι πιο συχνός απ’ ότι σε ετερόφύλα ζευγάρια και οι σχέσεις των ομοφυλόφιλων γυναικών είναι πιο βίαιές από εκείνες των ομοφυλόφιλών ανδρών.



Δεν υπάρχει ξεκάθαρη συσχέτιση ανάμεσα στο ποίος κατέχει περισσότερη δύναμη επιρροής σε μια σχέση , με την βία που μπορεί να ενυπάρχει σε ένα ζευγάρι



Δεν υπάρχει σαφής σχέση ανάμεσα στην πατριαρχία και την γυναικεία επίθεση.

Ο Σεξισμός Σεξισμός είναι η πρακτική της διάκρισης ενός ατόμου με γνώμονα το φύλο του (sex). Στη σύγχρονη κοινωνία η διάκριση αυτή γίνεται εις βάρος των γυναικών, αφού αυτές είναι το φύλο που βρίσκεται σε κατώτερη θέση ως προς την οικονομική δύναμη, ως προς την πρόσβαση στην πολιτική εξουσία και τη γνώση, και ως προς τη δυνατότητα ελεύθερης έκφρασης της προσωπικότητας. Ο σεξισμός είναι ένα σύνολο πρακτικών που διαπιστώνεται από τον τομέα της παραγωγής έως τις καθημερινές σχέσεις και τη γλώσσα που μιλάμε. Είναι σεξιστική η πρακτική που ευνοεί την αποπομπή των γυναικών από την αγορά εργασίας, αφού έτσι κι αλλιώς αυτές έχουν ως καθήκον την ανατροφή των παιδιών. Θεωρούμε επίσης φυσικό οι γυναίκες να οργίζονται λιγότερο, να είναι πιο αμέτοχες στις πολιτικές διαδικασίες και συζητήσεις, πιο λίγες σε θέσεις αποφάσεων, αλλά από την άλλη να είναι παραγωγικές στην εκτέλεση των αποφάσεων. Στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης τα ποσοστά της ανεργίας των γυναικών είναι δύο φορές μεγαλύτερα από αυτά των ανδρών, σε σημείο που πια οι κοινωνιολόγοι να μιλάνε για εκθήλυνση της φτώχειας. Και είναι σεξιστική η κοινωνία που θεωρεί αυτήν την κατάσταση πιο φυσική 13. Στις ακραίες μορφές του ο σεξισμός εκφράζεται με τη βία απέναντι στις γυναίκες είτε στο επίπεδο της κατ οίκον κακοποίησης, είτε στο επίπεδο των βιασμών που εμφανίζονται ως διαταξικό φαινόμενο. Και είναι σεξιστική η κοινωνία που θεωρεί ότι η γυναίκα τα ήθελε γιατί «φορούσε μίνι φούστα ή ψηλά τακούνια». Στην καθημερινότητά μας θεωρούμε όλοι πιο φυσικό οι γυναίκες να είναι πιο γλυκές, πιο ήπιες, να διεκδικούν λιγότερο αλλά να γκρινιάζουν περισσότερο. Δηλαδή, όπως φαίνεται και στην καθημερινή μας γλώσσα, υπάρχουν «η κρεβατομουρμούρα», 13

Phillip W.Cook , 1997, “Abused men, the hidden side of domestic Violence”.

22

«οι γυναικοδουλειές», «οι γυναικοκουβέντες». Ο σεξισμός είναι λοιπόν κυρίαρχος γιατί δεν γίνεται καν αντιληπτός, γιατί όλοι γυναίκες και άνδρες τον έχουν ενσωματώσει ως κάτι φυσικό. Εκτός εάν μια άλλη συνείδηση, μια νέα ποιότητα σκέψης και δράσης βρει τις πραγματικές αιτίες για τη διπλή καταπίεση των γυναικών. Έως τότε μια συγκέντρωση γυναικών, δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά «γυναικομάνι».

Εκπαίδευση 14 Παρόλο που ο βιολογικός παράγοντας παίζει ρόλο, έχει αρχίσει να φαίνεται ότι ο αλκοολισμός και η εξάρτηση από τα ναρκωτικά, τα κακοποιημένα παιδιά, έφηβοι γονείς, η φτώχεια, το έγκλημα, η έλλειψη εκπαίδευσης, η ιδιαιτερότητα του καθενός, και η οικογενειακή βία –τα οποία αποτελούν ‘ασθένειες’ της κοινωνίας- είναι τα αποτελέσματα της άσχημα οργανωμένης οικογένειας. Δυναμικά οργανωμένες οικογένειες πρέπει να είναι η προτεραιότητα καθώς οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια να καταπολεμηθούν τα παραπάνω κοινωνικά προβλήματα αποδεικνύεται ανώφελη. Α) Εκπαίδευση επιβολής του νόμου. Υπάρχουν διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα αναγνώρισης της οικογενειακής βίας διαθέσιμα στα αστυνομικά τμήματα. Τα προγράμματα που τίθενται σε λειτουργία για να προστατεύουν άμεσα τις γυναίκες θύματα κακοποίησης χρειάζεται να αναθεωρηθούν για να παρεμποδίσουν και την βία ενάντια στους άνδρες. Είναι βασικό οι υπάλληλοι επιβολής του νόμου να διαθέτουν βιβλιογραφία και τηλεφωνικούς αριθμούς για κοινωνική βοήθεια και να συνεργάζονται με τις υπηρεσίες που σχετίζονται με οικογενειακή βία. Ο συντονισμός μεταξύ υπηρεσιών και περιοχών είναι βασικός παράγοντας στην παροχή όλων αυτών των υπηρεσιών σε όλες τις κοινότητες. Β) Εκπαίδευση από τους δασκάλους. Η βία ενάντια στα κορίτσια μέσα στην τάξη έχει τεκμηριωθεί από διάφορους ερευνητές. Η εγκυρότητα ορισμένων από αυτά τα ευρήματα αμφισβητήθηκαν από την συγγραφέα Christina Hoff Sommers (1994). H ψυχολόγος Αshton Trice εξέτασε 1200 παιδιά σχολικής ηλικίας και ανακάλυψε ότι τα αγόρια φιλοδοξούν να κάνουν καριέρες χαμηλότερου προφίλ από ότι τα κορίτσια, και κορίτσια χαμηλού εισοδήματος τείνουν να έχουν υψηλότερες επαγγελματικές προσδοκίες από ότι τα αγόρια χαμηλού εισοδήματος. Μέχρι την ηλικία των εννέα οι αυτοκτονικές τάσεις τόσο των αγοριών όσο και των κοριτσιών εξισώνονται, αλλά στην ηλικία των δέκα με δεκατεσσάρων ετών τα αγόρια παρουσιάζουν περισσότερες αυτοκτονικές τάσεις σε αναλογία δύο φορές περισσότερο από ότι τα κορίτσια και από την ηλικία των δεκαπέντε έως των δεκαεννιά ετών σε αναλογία τέσσερις φορές περισσότερο.

14

Phillip W.Cook , 1997, “Abused men, the hidden side of domestic Violence”. Westport, CT: Praeger

23

Περισσότερες γυναίκες φοιτούν με υποτροφία στα Πανεπιστήμια απ’ ότι άνδρες. Όλα αυτά τα ευρήματα δείχνουν ότι πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην προσπάθεια να ξεπεράσουμε ό, τι φαίνεται να είναι άδικο πλεονέκτημα των αγοριών εις βάρος των κοριτσιών στην τάξη. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν στερεότυπα που εμπεριέχουν αδικία εις βάρος του ενός φύλου, όπως ότι δεν είναι εύκολο να φανταστεί κανείς ένα αγόρι που δεν είναι καλό στις αθλητικές δραστηριότητες, είναι συναισθηματικά ευαίσθητο, δεν είναι επιθετικό, ή ενδιαφέρεται περισσότερο για τις τέχνες παρά για την επιστήμη και να το θεωρεί παράξενο (Phillip W.Cook , 1997). Γ) Σχολικές Τάξεις. Τα σχολεία δεν μπορούν να λύσουν όλα αυτά τα κοινωνικά προβλήματα. Εξάλλου ήδη απαιτούμε πολλά από τα σχολεία και παραβλέπουμε την ευθύνη των γονέων. Παρόλα αυτά η ευκαιρία να περιορίσουμε τη διαπροσωπική βία είναι διαθέσιμη στα σχολεία, όπως είναι η ευκαιρία να εκπαιδεύσουμε την επόμενη γενιά των γονέων πιο αποτελεσματικά. Είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν οι σχολικές τάξεις και να οργανωθούν ώστε να προσφέρουν πολλά περισσότερα απ’ ότι συνήθως. Θα ήταν σημαντικό να αναπτύσσονται ορισμένες δεξιότητες που να έχουν σχέση με την ανάπτυξη της προσωπικότητας του ανθρώπου και την ικανότητά του να αντιμετωπίζει τα διάφορα κοινωνικά προβλήματα και να διαχειρίζεται καταστάσεις. Ορισμένα παραδείγματα αναφέρονται επιγραμματικά παρακάτω( Phillip W.Cook , 1997). • Ικανότητα διαχείρισης ανταγωνισμού στη διοίκηση • Ικανότητα διαπροσωπικής επικοινωνίας • Σωστή διαχείριση των οικονομικών του νοικοκυριού και επενδύσεων στη διοίκηση επιχειρήσεων • Τεχνικές επαγγελματικής συνέντευξης και διάκριση προσόντων για εύρεση εργασίας. • Εμπλουτισμός επιλογών ‘ηθικής’ εργασίας και δραστηριοτήτων. • Συζητήσεις κατά της βίας και ειδικά όσον αφορά στις τηλεοπτικές σκηνές βίας. • Εκπαίδευση για την επίδραση της χρήσης ουσιών και αλκοόλ στην χρησιμοποίηση βίας. • Υπευθυνότητα όσον αφορά την έκφραση σεξουαλικού ενδιαφέροντος • Εκπαίδευση ακόμα και στους γονείς με συζητήσεις και βιωματικές εμπειρίες, επικεντρωμένες στην αποτροπή της βίας σε οποιανδήποτε μορφή της, τεχνικές ενθάρρυνσης, αξίες διατροφικής και φυσικής υγείας. • Εμπλοκή των γονέων αλλά και των άλλων μελών στο πρόγραμμα. Τα παραπάνω προγράμματα έχουν ως σκοπό να εμποδίζουν την κακοποίηση και άλλα κοινωνικά προβλήματα τα οποία είναι βλαβερά για την κοινωνία και εμποδίζουν την ανάπτυξή της. Εμπλέκουν τους γονείς και τους δασκάλους σε ένα ευρύ πρόγραμμα που διδάσκει πρακτικές τεχνικές αυτοεκτίμησης.

24

Υπάρχει κάποιο καθιερωμένο πρότυπο για την ενδοοικογενειακή βία; Ο παρακάτω πίνακας εξηγεί πως τείνουμε να συμπεριφερόμαστε διαφορετικά στους άνδρες και στις γυναίκες όταν εκφραζόμαστε με θυμό και επιθετικότητα.

Πίνακας του θυμού και της επιθετικότητας

Στις γυναίκες

Στους άνδρες

ΕΠΙΘΕΤΙΚΗ ΑΙΣΘΗΜΑ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΘΥΜΟΥ Είναι πιο πιθανόν να Είναι πιο πιθανόν να συγχωρέσουμε την δεχτούμε ως επιθετική δικαιολογημένους συμπεριφορά μιας τους λόγους για γυναίκας διότι τους οποίους μια προσπαθούμε να γυναίκα θύμωσε δικαιολογήσουμε τον θυμό πίσω από την επιθετικότητα Είναι πιο πιθανόν να Είναι πιο πιθανόν να μην συγχωρέσουμε μην δεχτούμε τους την επιθετική λόγους για τους συμπεριφορά ενός οποίους ένας άνδρας άνδρα , διότι θύμωσε παραβλέπουμε τον θυμό πίσω από την επιθετικότητα.

Όταν οι γυναίκες δίνουν στον εαυτό τους την άδεια να ασκήσουν σωματική βία ή να κάνουν αντίποινα στους συζύγούς τους , δίνουν το μήνυμα στους συντρόφους τους και στα παιδιά τους ότι η βία επιτρέπεται στο σπίτι τους. Η οδυνηρή αλήθεια είναι ότι ένας αριθμός μητέρων και πατεράδων εξίσου, μπορούν να αυξήσουν τον κίνδυνο να μετατρέψουν τα παιδιά τους σε μελλοντικούς δράστες. Η Pearson (1997) αναφέρει ότι οι πιο τεκμηριωμένες αιτίες της ενδοοικογενειακής βίας και για τους άνδρες αλλά και για τις γυναίκες πηγάζουν από εκμάθηση συμπεριφορών βίας από γενιά σε γενιά. Σύμφωνα με δυο μελέτες των (Langhinrich-Rohling, J. et al, 1995 and Malone & Tyree, 1991) αγόρια ή κορίτσια τα οποία κακοποιήθηκαν από τους πατεράδες τους είναι πιο πιθανόν να γίνουν θύματα ενδοοικογενειακής βίας στην ενήλικη ζωή τους, ενώ τα παιδιά τα οποία κακοποιήθηκαν από τις μητέρες τους είναι πιο πιθανόν να γίνουν θύτες ενδοοικογενειακής βίας. Οι Langhinrichsen-Rohling et al. (1995) εικάζουν ότι αυτό συμβαίνει γιατί «οι πατεράδες ίσως διδάσκουν στα παιδιά τους πώς να ανταποκρίνονται στην εξουσία» με αποτέλεσμα να παραμένουν αδύναμα ενώ οι «μητέρες είναι πιο αρμόδιες στο να τα εκπαιδεύσουν για το πώς πρέπει να λύνουν τις διαφορές τους και να χειρίζονται τους καβγάδες». Η Pearson υποστηρίζει αυτήν την θεωρία αναφέροντας ότι «οι άνδρες είναι πιο πιθανόν να μεταδώσουν αίσθημα υποταγής στα παιδιά τους, το

25

οποίο μπορεί να συμβάλει στην θυματοποίησή τους ως ενήλικες», ενώ «οι μητέρες οι οποίες κακοποιούν τα παιδιά τους είναι πιο πιθανόν να μεταδώσουν επιθετικότητα ως έναν τρόπο επικοινωνίας με τους γύρω». Αν αυτό επαληθεύεται , είναι σημαντικό διότι η περισσότερη σωματική βία των παιδιών κατευθύνεται κυρίως προς τα αγόρια, πιο συχνά από τις μητέρες τους ή από ενήλικες γυναίκες. Άλλοι ερευνητές επίσης υποστηρίζουν την σχεδόν βεβαιότητα ότι η παιδική κακοποίηση δημιουργεί τα θεμέλια για την μελλοντική ενήλικη βία (Karr-Morse & Wiley, 1997). Τι αναφέρει η έρευνα σχετικά με την ενδο-οικογενειακή βία; Οι ερευνητές χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους για να μελετήσουν το φαινόμενο όπως είναι η αρχειακή έρευνα : o Τα πλεονεκτήματα της αρχειακής έρευνας είναι ότι τα δεδομένα αποκομίζονται εύκολα, συνήθως λαμβάνονται από έμμεσα ενδιαφερόμενους και συνήθως έχει πολύ χαμηλό κόστος. o Οι περιορισμοί της αρχειακής έρευνας είναι ότι τα δεδομένα προέρχονται από εξειδικευμένες ή κλινικές πήγες και ίσως δεν εκπροσωπούν το σύνολο του πληθυσμού στην διάρκεια της μελέτης . Πίνακας ενδο-οικογενειακής βίας

Γυναίκες δράστες

αμοιβαίες

Γυναίκες θύματα

Άνδρες θύματα

επιθέσεις

Άνδρες δράστες

Ο πίνακας δείχνει τα τέσσερα πιθανά δείγματα του πληθυσμού τα οποία μπορούν να μελετηθούν στις έρευνες περί ενδο-οικογενειακής βίας. Το πρόβλημα που παρουσιάζεται είναι ότι οι περισσότερες αρχειακές έρευνες επικεντρώνονται κυρίως σε μια ή δυο από αυτές τις ομάδες ή απευθύνονται σε άτομα από κλινικές πηγές. Για παράδειγμα, καθώς τα περισσότερα κέντρα και άσυλα απευθύνονται κυρίως σε γυναίκες θύματα της ενδοοικογενειακής βίας, το δείγμα του πληθυσμού από αυτά τα κέντρα και τα άσυλα θα είναι κυρίως γυναίκες θύματα και γι’ αυτό τον λόγο τα δεδομένα δεν θα εστιάζουν και στην ανδρική θυματοποίηση. Με την τυχαία δειγματοληψία είναι πιθανότερο να καλυφθούν και οι πέντε ομάδες που αναφέρονται στον πίνακα.

26

Η αρχειακή έρευνα στην ενδοοικογενειακή βία Σήμερα το ποσοστό αναφοράς της ανδρικής κακοποίησης κυμαίνεται κυρίως στο 5% . Η αρχειακή έρευνα στην δεκαετία του 70 παρουσιάζει αυτό το ποσοστό.

Ορισμένες ερευνητικές πήγες

Ποσοστό των ανδρών θυμάτων της Ενδοοικογενειακής βίας Κυβέρνηση του Σαν Ντιέγκο 6.0% Το αστυνομικό τμήμα του Ντιτρόιτ 7.0% Έρευνα των Dobash and Dobash 1.5% Έρευνα του Byles 5.0% Έρευνα της Lenore Walker 1.5% Έρευνα που διεξήχθη από το Αστυνομικό τμήμα της κομητείας του Monroe (Ν.Υορκη)) (McLeod, 1984, pp. 172-173). 10.0%

1981 1979 1978 1978 1978 1976

Επικρατέστερα Αρχειακά δεδομένα Αστυνομικό τμήμα του Λος Άντζελες: (Bennett, 1997, p. 5) ΧΡΟΝΙΑ 1995 1994 1993 1992 1991 1990 1989 1988 1987

# γυναικών που συλλήφθηκαν 1,262 1,079 941 732 669 519 501 457 340

%γυναικών που συλλήφθηκαν 14.3% 12.5% 10.7% 9.0% 8.3% 6.7% 7.2% 7.6% 7.0%

# ανδρών που συλλήφθηκαν 7,513 7,580 7,856 7,426 7,425 7,277 6,492 5,583 4,540

%ανδρών που συλλήφθηκαν 85,7% 87,5 % 89,3% 91,0% 91,7% 93,3% 92,8% 92,4% 93,0%

Αυτή η έρευνα παρουσιάζει μια σταθερή αύξηση των γυναικείων συλλήψεων για ενδοοικογενειακή βία, από το 7% (1987) έως το 14% (1995). Υπουργείο Δικαιοσύνης της Καλιφόρνιας (1997) Πίνακας συλλήψεων Χρονιά

Σύνολο

1995

60,279

Ανδρικές συλλήψεις 52,394

% 87%

Γυναικείες συλλήψεις 7,885

% 13%

27

1994 1993 1992 1991

56,919 50,982 49,547 45,677

50,473 46,063 45,349 42,318

89% 90% 92% 93%

6,446 4,919 4,198 3,359

11% 10% 8% 7%

Αυτή η ερεύνα αποκαλύπτει ότι ο αριθμός των συλλήψεων στην Καλιφόρνια των γυναικείων δραστών έχει διπλασιαστεί, μέσα σε πέντε χρόνια, με μια σταθερή αύξηση του ποσοστού των γυναικείων συλλήψεων για την ενδoοικογενειακή βία από 7%(1991) σε 13%(1995).

Περιορισμοί αρχειακής έρευνας: 1. Τα αρχειακά δεδομένα συμβιβάζονται από τις αναφορές ή από τις προκαταλήψεις του συστήματος. Σε μια ερεύνα ένοπλης επίθεσης ο Straus αναφέρει ότι οι ερευνητές «σκόπιμα απέκρυψαν» την πληροφορία ότι το 38% των επιθέσεων, ήταν από γυναίκες σε άνδρες, οι οποίες οι ίδιες αναφέρουν πως δεν τους επιτέθηκαν» (Straus, 1997). Μια μελέτη στο Οντάριο, παρουσίασε τα δεδομένα της γυναικείας επιθετικότητας στην Κυβέρνηση . Τα δεδομένα έδειξαν ότι το 12,9% των ανδρών συμπεριφερόταν βίαια στις συντρόφους τους. Η έρευνα έδειξε ότι και το 12,5 % των γυναικών συμπεριφερόταν βίαια στους άνδρες τους. Αυτή η έρευνα αποκαλύπτει ότι οι γυναίκες ήταν δυο φορές πιο πιθανόν «να χτυπήσουν ή να κάνουν απόπειρα να χτυπήσουν» τους συντρόφούς τους. Οι εκπρόσωποι της κυβερνήσεως ποτέ δεν έδειξαν αυτές τις στατιστικές, άλλα παρ’ όλα αυτά χρηματοδότησαν με 858,000 δολάρια μια διαφημιστική εκστρατεία η οποία προωθούσε το μήνυμα «Η συζυγική βία είναι έγκλημα. Δεν υπάρχει δικαιολογία», ( Wife assault is a crime. There’s no excuse.) (Laframboise, 1999). 2. Τα αρχειακά δεδομένα καταγράφουν μόνο ό, τι έχει καταγραφεί. Αν μια μερίδα του συνολικού πληθυσμού δεν αναφέρει τα δεδομένα στα αντίστοιχα κέντρα, τότε οι πληροφορίες είναι διαστρεβλωμένες και ελλιπείς. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό με τις στατιστικές που αφορούν την ενδοοικογενειακή βία, διότι οι άνδρες είναι 8 φορές πιο πιθανόν να μην αναφέρουν την θυματοποίηση τους. Παρουσίαση αρχειακών δεδομένων : ΑΡΧΕΙΑΚΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ Γυναίκες θύματα Άνδρες θύματα 87% 13% 473,000* 71,500* *(Οι αναφορές της Αμερικάνικης επιτροπής εγκλήματος δεν συλλέγουν τον αριθμό των συλλήψεων ανδρών και γυναικών. Το Τμήμα Δικαιοσύνης συλλέγει τον αριθμό των υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας. Τα παραπάνω δεδομένα υπολογίστηκαν χρησιμοποιώντας τα ποσοστά της Καλιφόρνιας και τα αποτελέσματα της Αμερικανικής 28

απογραφής σε παντρεμένα ζευγάρια ώστε να γίνει μια χονδρική εκτίμηση των συλλήψεων ενδοοικογενειακής βίας στην Αμερική). Ερευνητικά δεδομένα του Αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης «Έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε εθνικό επίπεδο σχετικά με θύματα εγκλήματος» (NCVS). 1973-1975 μέσος όρος: Από τις 1,000 γυναίκες το 3,9 ανέφερε ότι δέχθηκε επίθεση από τους συντρόφους του, και από τους 1,000 άνδρες το 0,3 ανέφερε ότι δέχθηκε επίθεση από τις συντρόφους του. Αυτό σημαίνει ότι το 94% των θυμάτων ήταν γυναίκες και το 6% ήταν άνδρες. (Gaquin, 1978, σελ. 636) 1987-1991 μέσος όρος : από τις 1,000 γυναίκες το 5,4 ανέφερε ότι δέχθηκε επίθεση από τους συντρόφούς του και από τους 1,000 άνδρες το 0,5 ανέφερε ότι δέχθηκε επίθεση από τις συντρόφους του. Αυτό σημαίνει ότι το 91% των αναφερόμενων θυμάτων ήταν γυναίκες και το 9% των αναφερόμενων θυμάτων ήταν άνδρες (Bureau of Justice Statistics, NCJ-154348). 1992-1993 μέσος όρος: Η συγκεκριμένη έρευνα ξανασχεδιάστηκε το 1992. Το 19921993 έδειξε ότι 9,4 από τις 1,000 (0,94% λιγότερο από το 1%) των γυναικών ανέφεραν ότι δέχθηκαν επίθεση από τους συντρόφούς τους, και το 1,4 (0,14%) των ανδρών ανέφεραν ότι δέχθηκαν επίθεση από τις συντρόφους τους. Αυτό σημαίνει ότι το 87% των αναφερόμενων θυμάτων ήταν γυναίκες και το 13% ήταν άνδρες. Η έρευνα παρουσιάζει πάλι την ίδια αύξηση της ανδρικής θυματοποίησης από το 65% το 1975 στο 13% το 1993 όπως αναφέρθηκαν στα αρχειακά δεδομένα. ( Γραφείο Στατιστικής Δικαιοσύνης, Bureau of Justice Statistics). Το 1996 η έρευνα υποδηλώνει ότι το 7,5 από τις 1,000(,75%) γυναίκες δέχθηκαν επίθεση (ακόμα λιγότερο του 1%) και το 1,4 από τους 1,000 (,14%) άνδρες δέχθηκαν επίθεση. Παρόλο που αυτή η έρευνα μας παρουσιάζει μια αύξηση των ποσοστών ανδρών και γυναικών, οι εκτιμώμενοι αριθμοί για τους άνδρες τριπλασιάστηκαν (από 48,983 σε 147,896), όταν για τις γυναίκες ο αριθμός σχεδόν διπλασιάστηκε (από 572,032 σε 837,899). Αυτό σημαίνει ότι το 85% των αναφερόμενων θυμάτων ήταν γυναίκες και το 15% ήταν άνδρες. Το Αμερικάνικο Γραφείο Απογραφής εκτιμάει ότι το 1996, υπήρχαν 54 εκατομμύρια παντρεμένα ζευγάρια στην Αμερική. Χρησιμοποιώντας το ποσοστό στην έρευνα για το 1996 θα μπορούσαμε να το μεταφράσουμε σε 405.000 γυναίκες (84%) και 75,600 συζύγους (16%) οι οποίοι δέχθηκαν επίθεση από τους συντρόφους τους στην Αμερική. Η έρευνα (NCVS) μας παρουσιάζει μια αύξηση του ποσοστού των ανδρών θυμάτων της ενδοοικογενειάκης βίας από το 1975 από 6% στο 15% το 1996. Το Αμερικάνικο Υπουργείο Δικαιοσύνης αναφέρει: «Παραπάνω από 960.000 περιστατικά βίας εναντίον τωρινών ή προηγούμενων συντρόφων λαμβάνουν χώρα κάθε χρόνο, και περίπου το 855 αυτό των θυμάτων είναι γυναίκες. Τα υπόλοιπα θύματα είναι άνδρες (15%)» (Bureau of Justice Statistics Factbook, 1998).

29

Περιορισμοί της έρευνας (NCVS) : • Στην διάρκεια της έρευνας οι συνεντεύξεις των ζευγαριών γίνονταν μαζί, με αποτέλεσμα ο άνδρας ή η γυναίκα να μην είναι πρόθυμος/η να απαντήσει ειλικρινά για την κακοποίηση που μπορεί να υποστεί. • Η έρευνα παρουσιαζόταν στους ερωτώμενους ως « Έρευνα κατά του Εγκλήματος» . Οι ερωτώμενοι μπορούν να αναφέρουν συμβάντα ενδοοικογενειακής βίας μόνο όταν αυτά είναι συχνά ή μακροχρόνια άρα να θεωρούνται εγκλήματα και αξιοσημείωτα για την έρευνα. Αυτό εξηγεί γιατί το ποσοστό των θυμάτων της ενδοοικογενειακής βίας στην έρευνα είναι μικρότερο του 1% για τις γυναίκες και 0,2 % για τους άνδρες που αναφέρουν πως είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Αυτά τα ποσοστά εκτιμώνται σε περίπου 840,000 γυναίκες και 150,000 άνδρες στην Αμερική οι όποιοι δήλωσαν πως έπεσαν θύματα επίθεσης από τους συντρόφους τους. «Υπάρχουν 2 έως 4 εκατομμύρια γυναικών οι όποιες δέχονται επίθεση από τους συζύγούς τους και το FBI ανέφερε ότι κάθε 9 με 15 δευτερόλεπτα μια σύζυγος δέχεται επίθεση». Αυτό το συμπέρασμα προέρχεται από το Οικογενειακό Ερευνητικό Εργαστήριο (FRL) του Πανεπιστημίου του New Hampshire, από τον διευθυντή Dr. Murray Straus, το 1975. Το Εργαστήριο αναπτύσσει την γνωστή κλίμακα Conflict Tactics Scale (CTS ) με 7 θέματα, και 19 μέρη, δίνοντας μεμονωμένες απαντήσεις σε συγκεκριμένες καταστάσεις στις όποιες η οικογένεια εμπλέκεται με καβγάδες( Straus, 1990). Στην πρώτη εθνική μελέτη της National Family Violence Survey (NFVS) παρουσιάστηκε ένα σημαντικό ποσοστό 12,1% γυναικών όπου ανέφεραν ότι είχαν υποστεί κάποιο είδος σωματικής βίας από τους συζύγούς ή τους συντρόφούς τους, 12 φορές περισσότερο από το ποσοστό εκείνων των γυναικών οι οποίες ανέφεραν ότι είχαν κακοποιηθεί στην Μελέτη της Αμερικάνικης Κυβέρνησης (NCVS). Αυτό το οποίο ήταν απρόβλέπτο ήταν ότι το ποσοστό των ανδρών οι οποίοι είχαν υποστεί βία από της συζύγους τους και ήταν περίπου το ίδιο, 11.6%. Ο Straus αμέσως αποδέχτηκε τα αποτελέσματα των ποσοστών των επιθέσεων, αλλά όχι και το βαθμό των κακώσεων όπου τα θύματα ανέφεραν, ούτε τις περιπτώσεις στις όποιες οι επιθέσεις έγιναν για λόγους αυτοάμυνας. Βασισμένος σε αυτήν την μελέτη ο Straus εφαρμόζοντας το αναλογούμενο ποσοστό των αναφερόμενων επιθέσεων για βίαιη κακοποίηση εναντίον των συζύγων, 3,8% , στον εκτιμώμενο αριθμό των 47 εκατομμυρίων ζευγαριών το 1975 αναφέρει: Χρησιμοποιώντας το συγκεκριμένο ποσοστό συμβάντων σε αναλογία περίπου 47 εκατομμυρίων ζευγαριών στην Αμερική , ποσοστιαίως σε ένα χρόνο περίπου 1.800.000 γυναίκες κακοποιούνται από τους συζύγους τους (Straus,1977,) Περικλείονται στην επίθεση κλωτσιά , το χτύπημα και κάθε άλλου είδους χτύπημα στην κατηγορία του «χτυπήματος». Το FBI αποκόμισε το συμπέρασμα ότι «Κάθε 15 δευτερόλεπτα , μια γυναίκα δέχεται επίθεση» από το βιβλίο“Behind Closed Doors: Violence in the American Family,”( Richard Gelles, Murray Straus και Suzanne Steinmetz. Gelles, 1995).

30

Στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα δείχνει ότι κάθε 17,7 δευτερόλεπτα μια γυναικά δέχεται βίαιη επίθεση. Αυτός είναι ο τύπος: 3,8% το ποσοστό βίαιων επιθέσεων εναντίων των γυναικών από τους συζύγούς. 47 εκατομμύρια ζευγάρια στην Αμερική το 1975 31,536,000 δευτερόλεπτα , ο ένας χρόνος 3.8% (0.038) X 47 εκατομμύρια= 1,786,000 γυναίκες δέχθηκαν επίθεση το 1975. 31,536,000 διαιρώντας το με το 1,786,000 = 17.7 δευτερόλεπτα Βασιζόμενοι στην ίδια έρευνα κάθε 15 δευτερόλεπτα επίσης ένας άνδρας δέχεται επίθεση από την σύζυγο του Τύπος : 4,6% βίαιες επιθέσεις εναντίον του άνδρα από τις συζύγους τους 47 εκατομμύρια επιθέσεις στην Αμερική το 1975 31,536,000 δευτερόλεπτα ,ο ένας χρόνος 4.6% (0.046) X 47 εκατομμύρια = 2,162,000 άνδρες που δέχθήκαν επίθεση το 1975. Δυο εκατομμύρια άνδρες δέχονται βίαιη επίθεση περίπου κάθε χρόνο. 31,536,000 διαιρώντας το με το 2,162,000 = 14.6 seconds (Straus, 1978,) Αν υπολογίσουμε όλες τις επιθετικές συμπεριφορές, οι οποίες περικλείουν και υποδεέστερες επιθέσεις, 12, 1% για τις γυναίκες και 11, 6% για τους άνδρες, μια γυναίκα δέχεται επίθεση κάθε 6 δευτερόλεπτα στην Αμερική και ένας άνδρας εξίσου δέχεται επίθεση κάθε 6 δευτερόλεπτα. Η Χρηματοδοτούμενη Έρευνα της Κοινοπολιτείας ( The Commonwealth Fund Survey): Η Έρευνα της Κοινοπολιτείας αναφέρει πως μια γυναίκα κακοποιείται κάθε 9 δευτερόλεπτα. Αυτό πηγάζει από μια έρευνα που έγινε σε εθνικό επίπεδο το 1993 και αφορούσε την υγεία των γυναικών. 8% των γυναικών ανέφεραν ότι έχουν δεχθεί επίθεση από τον σύντροφο τους με κάποιο τρόπο. Η Έρευνα σε Εθνικό Επίπεδο Ενδοοικογενειακής Βίας του Πανεπιστημίου του New Hampshire, περικλείει μόνο τις βίαιες επιθέσεις και παρουσιάζει τον αριθμό των 2 εκατομμυρίων κακοποιημένων γυναικών. Αντίθετα η έρευνα που αφορούσε την υγεία των γυναικών περικλείει και υποδεέστερες επιθέσεις όπως επίθεση, σπρώξιμο, αρπαγή. Βασισμένο σε αυτό το ποσοστό της έρευνας εκτιμάται ότι 4.4 εκατομμύρια γυναίκες δέχονται επίθεση κάθε χρόνο. Δηλαδή περίπου κάθε 9 δευτερόλεπτα μια γυναίκα κακοποιείται σωματικά από τον σύντροφο της (Plichta, 1996). Συγκρίνοντας την έρευνα της Κοινοπολιτείας σε σχέση με τις δυο άλλες έρευνες ενδοοικογενειακής βίας (NFVS) Επίθεση από 1975 NFVS 1985 NFVS Commonwealth Fund

31

Τον σύζυγο στην 5.7 6.1 εκατομμύρια 4.4 εκατομμύρια σύζυγο εκατομμύρια Η σύζυγος δέχεται 6 δευτερόλεπτα 5 δευτερόλεπτα 9 δευτερόλεπτα επίθεση κάθε Την σύζυγο στον 5.5 εκατομμύρια 6.5 εκατομμύρια * σύζυγο Ο σύζυγος δέχεται 6 δευτερόλεπτα 5 δευτερόλεπτα * επίθεση κάθε * Παρόλο που η έρευνα της κοινοπολιτείας πήρε συνέντευξη από 1.000 άνδρες , επέλεξε να μην τους κάνει ερωτήσεις που αφορούν την ενδοοικογενειακή βία. 2.2 Αιτίες ενδο-οικογενειακής βίας Η ενδο-οικογενειακή βία δεν μπορεί να ξεχωριστεί από τις αιτίες της. Οι αιτίες έχουν να κάνουν περισσότερο με κοινωνικές και προσωπικές αναφορές που είναι εμφανώς διαφορετικές από τις αναφορές στις σχέσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών. Τα περισσότερα ζευγάρια σε κάποιο σημείο της σχέσης τους , θα έχουν κάποιο καβγά πάνω σε κάποιο θέμα. Τα οικονομικά ζητήματα φαίνεται ότι είναι υψηλά στην λίστα άλλα ο βασικός λόγος μπορεί να είναι κάτι ασήμαντο καθώς πηγαίνουν για δείπνο. Τέτοιου είδους καβγάδες δεν ανησυχούν την κοινωνία. Αλλά στις σπάνιες περιπτώσεις όπου τέτοιου είδους προστριβές εντείνονται σε σημείο όπου γίνεται χρήση όπλων και σημαντικές βλάβες προκαλούνται εσκεμμένα ή εξαναγκαστικά, τότε η ενδοοικογενειακή βία γίνεται αντικείμενο έρευνας για το Υπουργείο Δικαιοσύνης. Μονογονεικές οικογένειες: Αν εξετάσουμε την επιρροή της φυλής, της εθνικότητας , του φύλου και του τόπου οι Lauritsen and White, (2001) αναφέρουν ότι : «η αναλόγια των νοικοκυριών με παιδιά όπου η γυναίκα αποτελούσε τον αρχηγό της οικογένειας ήταν ο πιο δυνατός και σταθερός κοινωνικός δείκτης κινδύνου για όλες τις μορφές βίας». Τα περισσότερα στοιχεία αποδεικνύουν ότι οι περισσότερες σοβαρές επιθέσεις που έχουν υποστεί γυναίκες προέρχονται από περιπτώσεις όπου συμβίωναν με τους συντρόφούς τους και έτσι η ενδoοικογενειακή βία θα πρέπει να αναφέρεται κυρίως ως συντροφική βία. Ωστόσο εδώ περικλείεται και η παιδική κακοποίηση. Η πιθανότητα της ενδοοικογενειακής βίας να παρουσιάζεται όταν μια γυναίκα συμβιώνει με τον σύντροφο της αυξάνεται όταν ο ένας ή και οι δύο έχουν ιστορικό εγκληματικής συμπεριφοράς. Ένας άνδρας με προγενέστερη καταδίκη για επιθετική συμπεριφορά δεν είναι εύκολο να κάνει μια ευγενική και στοργική συγκατοίκηση. Ο Cook (1997) αναφέρει ενδεικτικά τους παρακάτω παράγοντες οικογενειακής βίας: Απομόνωση Η απομόνωση της οικογένειας από τους συγγενείς, τους γείτονες και την κοινότητα φαίνεται ότι είναι μια ακόμη συμβολή στο θέμα. Χρειάζεται αρκετός καιρός για να αναπτυχθεί το αίσθημα της κοινότητας και της γειτνίασης σε μια εποχή που συνεχώς αλλάζει. Η οικογενειακή ζωή δέχεται πιέσεις από αυτές τις ραγδαίες αλλαγές. Δεδομένου 32

ότι η οικογενειακή βία είναι από τη φύση της το πιο κρυφό έγκλημα, η ύπαρξή της είναι πιθανόν να οδηγήσει ένα ζευγάρι ή μια οικογένεια σε μεγαλύτερη απομόνωση. Η αυξανόμενη απομόνωση του καθενός από τον άλλον διευκολύνει αυτό τον τύπο της βίας. Ζήλεια και εκδίκηση H ζήλια και η επιθυμία για εκδίκηση εναντίον εραστών προκαλεί δυνατά συναισθήματα και επικίνδυνα παιχνίδια. Παρόλα αυτά, φαίνεται απίθανο ότι κάθε πιθανή κύρωση θα αποτρέψει ή θα σταματήσει έναν ολέθριο συμβάν. Ορισμένοι νόμοι εναντίον της καταδίωξης του δράστη είναι αναποτελεσματικοί και ολοφάνερα μη εξαναγκαστικοί.

Χρήματα Μετά την ζήλια και την εκδίκηση έρχεται η απληστία ως κίνητρο. Πολλές φορές πεθαίνει κάποιος άνδρας και η σύζυγος του αποκομίζει την τεραστία ασφάλιση του. Ή κάποιος ηλικιωμένος άνδρας παντρεύεται μια νεότερη γυναίκα και την κάνει μοναδική κληρονόμο της περιουσίας του. Η δηλητηρίαση είναι η πιο αγαπημένη μέθοδος της γυναίκας που θέλει να σκοτώσει τον σύντροφο της, είτε προσλαμβάνοντας κάποιον ή πείθοντας τον εραστή της να σκοτώσει τον σύζυγο της. Αυτοί είναι εξίσου οι αιώνιοι τρόποι εξόντωσης. Μέσα σε έναν γάμο κάποια στιγμή, είναι απόλυτα φυσιολογικό το ζευγάρι να διαφωνήσει για τα οικονομικά. Αυτό δεν απασχολεί την κοινωνία, ακόμα και όταν η διαφωνία μετατρέπεται σε κραυγές και αισχρολογίες, ή ακόμα σε σπρωξίματα. Διαταραχές προσωπικότητας Πολλές διαταραχές προσωπικότητας περιγράφονται στο DSM-IV και συνδέονται με τις περιπτώσεις ενδο-οικογενειακής βίας. Ανάμεσα σ’ αυτές είναι και ο ναρκισσισμός, ο οποίος φαίνεται να συνδέεται περισσότερο με τους άνδρες δράστες. Ακραίες διαταραχές προσωπικότητας συνδέονται συχνότερα με τις γυναίκες δράστες, και το συγγενικό περιβάλλον, καθώς και οι διπολικές διαταραχές οι οποίες συμβαίνουν εξ ‘ίσου ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες. Υπάρχουν βεβαίως αντικοινωνικά και ψυχοπαθολογικά άτομα τα οποία εμπλέκονται σε τέτοιες περιπτώσεις. Ευτυχώς τέτοιες περιπτώσεις ατόμων είναι σπάνιες και στα δύο φύλα. Ναρκωτικά , απαγορευμένα ή μη Ορισμένα ναρκωτικά καθαρά προκαλούν επιθετική συμπεριφορά. Η Μεθαμφεταμίνη είναι μια από αυτά. Τα αντικαταθλιπτικά συνδέονται σε ορισμένες περιπτώσεις με βίαιη και αυτοκτονική συμπεριφορά. Πολλές περιπτώσεις ακαθόριστης συμπεριφοράς έχουν συνδεθεί με τον εθισμό και σε ναρκωτικά που παρέχονται μέσω συνταγολόγησης, όπως τα Darvocet.

33

Ενώ η χρήση αλκοόλ είναι συχνά συνδεδεμένη με εγκληματική ενδο-οικογενειακή βία, στις περισσότερες περιπτώσεις φαίνεται να είναι ανεξάρτητος αιτιολογικός παράγοντας. Παρόλα αυτά ορισμένα άτομα , άνδρες και γυναίκες είναι κατά μέσο όρο μόνο πότες. Τηλεοπτική βία Η τηλεοπτική βία είναι ένας από τους παράγοντες που συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στην οικογενειακή βία. Η βία που παρουσιάζεται στα ψυχαγωγικά προγράμματα της τηλεόρασης συμβάλλει στην οικογενειακή βία στα όρια της απευαισθητοποίησης ορισμένων παιδιών και ενηλίκων στις επιδράσεις της ‘μη πιστευτής’ βίας. Καθώς οι έρευνες δείχνουν την τεράστια επίδραση της τηλεοπτικής βίας στο να είναι μια από τις αντιλήψεις όσον αφορά στο πόσο πολύ η βία που υπάρχει εκεί βρίσκεται στην πραγματικότητα μέσα στην κοινωνία. Όσοι παρακολουθούν πολύ τηλεόραση τείνουν να υπερεκτιμήσουν την αξία της βίας. Ο βαθμός της κατευθείαν σχέσης αιτίας και αποτελέσματος μεταξύ θεατής βίας και πράξης παραμένει υπό διερεύνηση. Αρκετές μελέτες δείχνουν ότι η τηλεόραση ασκεί μια εκπληκτική επιρροή, καλή και κακή συγχρόνως. Η οικογενειακή βία εναντίον των ανδρών δεν θα έπρεπε να παρουσιάζεται με χιούμορ ή σε ψυχαγωγικά σενάρια (Phillip W.Cook , 1997). Η ίδια προσέγγιση και ευαισθησία πάνω στο θέμα πρέπει να επικρατεί και για τα δύο φύλα. Προβλήματα υγείας και τραυματισμοί Οι τραυματισμοί στο κεφάλι συνδέονται με την επιθετική συμπεριφορά. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι ορισμένες γυναίκες στην διάρκεια της εμμηνόπαυσης γίνονται βίαιες. Τα ενδοκρινολογικά προβλήματα όπως η δυσλειτουργία του αδενικού θυρεοειδή συνδέονται με αλλαγές της συμπεριφοράς, οι οποίες οδηγούν πολλές φορές στην βία. Ορισμένα άτομα τα οποία γίνονται ή είναι εκ γενετής ανάπηρα γίνονται αντικείμενα εγκληματικής κακοποίησης και παραμελούνται από τους συντρόφούς τους ή από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας τους. Ένα πολύ συχνό περιστατικό επίσης είναι και η κακοποίηση των ηλικιωμένων ανδρών ή γυναικών από τους συντρόφους τους η από τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας τους.

2.3 Η βία και η επόμενη γενιά Η συμβολή των ανδρών και γυναικών σε ότι αφορά τη βία στο σπίτι στις επόμενες γενιές είναι η χειρότερη όψη της συζυγικής κακοποίησης. Ακόμα και αν τα παιδιά μεγαλώνουν σε μια οικογένεια η οποία δεν είναι βίαιη, υπάρχει ακόμη η πιθανότητα να μην ξεφύγουν από την οικογενειακή βία. Παρόλα αυτά το ποσοστό αυτών των περιπτώσεων είναι μικρότερο. Όταν μια γυναίκα χτυπά ή σπρώχνει έναν άνδρα-ακόμα και αν δεν του προκαλέσει φυσικούς τραυματισμούς-εάν τα παιδιά είναι παρόντα λαμβάνουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ότι η βία είναι αποδεκτή συμπεριφορά. Επειδή η κοινωνία ασχολείται με το να ελαχιστοποιήσει το φαινόμενο τη οικογενειακής βίας στις μελλοντικές γενιές, πρέπει να

34

ασχοληθεί με την χρησιμοποίηση βίας και από τους δυο γονείς, ανεξάρτητα αν προκαλούνται σωματικοί τραυματισμοί. Όταν οι αποδείξεις δείχνουν ότι οι γυναίκες χτυπούν, χαστουκίζουν και είναι διαφορετικά βίαιες συνήθως απ’ ότι είναι οι άνδρες σε ενδο-οικογενειακές καταστάσεις, πρέπει να ληφθεί μια απόλυτη άποψη ενάντια στη βία από οποιονδήποτε από τους γονείς, όχι μόνο εξαιτίας του μηνύματος που στέλνεται στο παιδί που παρατηρεί και είναι μάρτυρας μια τέτοιας σκηνής αλλά και επειδή συμβάλλει και στην άφιξη της παιδικής κακοποίησης. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι οι γυναίκες διαπράττουν περισσότερες επιθέσεις κακοποίησης στα παιδιά απ’ ότι οι άνδρες (Phillip W.Cook , 1997) Φυσικά υπάρχουν γεγονότα που βοηθούν να εξηγηθεί αυτό το φαινόμενο (ότι δηλαδή οι γυναίκες είναι πιο συχνά μαζί με τα παιδιά και αναλαμβάνουν τη φροντίδα και το μεγάλωμά τους), αλλά είναι ξεκάθαρο ότι η μια μορφή βίας υποκινεί και άλλες μορφές. «Οι άνδρες που είχαν δει τους γονείς τους να ασκούν φυσική επίθεση ο ένας στον άλλον είναι πιο πιθανόν να χτυπήσουν τις δικές τους συζύγους. Γυναίκες των οποίων οι γονείς ήταν βίαιοι έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να χτυπήσουν τους συζύγους τους συγκριτικά με τις κόρες από μη-βίαιους γονείς». 15 16 Η παραπάνω αναφορά μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η βία στην οικογένεια επηρεάζει σημαντικά τα παιδιά και τα οδηγεί στη διαιώνιση του φαινόμενου. Στη συνέχεια θα αναφέρουμε συνοπτικά ορισμένες από τις μορφές της παιδικής κακοποίησης δεδομένου ότι συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη επιθετικής συμπεριφοράς στις μελλοντικές σχέσεις. Τρεις είναι οι βασικές μορφές κακοποίησης που βιώνουν τα παιδία , από θύτες κυρίως εντός της οικογένειας , την σωματική , την συναισθηματική και την σεξουαλική κακοποίηση.

Σωματική κακοποίηση Τα αιτία της επιθετικής συμπεριφοράς των ενηλίκων προς τα παιδιά μπορεί να είναι κοινωνικά, ψυχολογικά, οικονομικά και πολιτισμικά . Η έκταση της κατοικίας και οι συνθήκες διαβίωσης επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την συχνότητα και τον χαρακτήρα των σχέσεων. Μερικοί γονείς με παραδοσιακές αρχές επικαλούνται το γονικό δικαίωμα για την ανατροφή των παιδιών τους . Το θεωρούν «καθήκον και υποχρέωση » και με την παραμικρή αφορμή εκδηλώνουν την επιθετικότητα τους. Συναισθηματική κακοποίηση Η συναισθηματική κακοποίηση είναι ίσως η πιο διαδεδομένη και άκρως επικίνδυνη, διότι μεταξύ των άλλων είναι η περισσότερο δυσδιάκριτη και η πιο κοινωνικά αποδεκτή. Πέρα και πίσω από την άσκηση της σωματικής βίας, υπάρχει και η

15

Strauss, Gelles and Steinmetz, Behind Closed Doors, 100-101 Τzamalouka G., Parlalis S., Soultatou P., Papadaki M., Chliaoutakis J., (2007) “Applying the Concept of Lifestyle in Association with Aggression and Violence in Greek Cohabitating Couples” Aggressive Behaviour Volume 33.

16

35

συναισθηματική σκληρότητα, που πολλές φορές αναδεικνύεται σε σοβαρότερη κατάσταση . Επειδή η συναισθηματική κακοποίηση επιτίθεται στην ψυχή του παιδιού επηρεάζει την αίσθηση του για τον εαυτό του και τον κόσμο που το περιβάλλει. Καταλήγει να θεωρεί ότι είναι ανάξιο αγάπης και στοργής. Όταν το παιδί βρίζεται, συκοφαντείται, εξευτελίζεται χωρίς σοβαρή αιτία, όταν οι γονείς, εξαγριωμένοι, του μιλούν άσχημα, το απειλούν, το καταπιέζουν, του επιρρίπτουν ευθύνες που δεν έχει, προβάλλοντας έτσι και μεταθέτοντας τα δικά τους προβλήματα, σφάλματα και ευθύνες είναι φυσικό αυτό το παιδί να αισθάνεται τον εαυτό τους ως «αποδιοπομπαίο τράγο» και να δοκιμάζει το οδυνηρό συναίσθημα της «απόρριψης». Ωστόσο το παιδί υπομένει τα πάντα γιατί δεν μπορεί να απομακρυνθεί από το οικογενειακό του περιβάλλον. Σεξουαλική κακοποίηση Το σύνολο των ερευνών επιβεβαιώνει ότι η σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών είναι φαινόμενο που παρατηρείται σε όλες τις κοινωνικές τάξεις και πολιτισμικές ομάδες. Αφορά την κακοποίηση του παιδιού μέσα στην οικογένεια από συγγενικό ή οικείο στο παιδί άτομο, με το οποίο το παιδί διατηρεί σχέση εμπιστοσύνης . Η ηλικία των παιδιών – θυμάτων καλύπτει όλη την περίοδο της ανήλικης ζωής, ως το 18ο έτος . Η υψηλότερη συχνότητα παρατηρείται στην ηλικία των 11 ετών , κατά της αρχής της ήβης. Η πλειονότητα των θυμάτων είναι κορίτσια που κακοποιούνται από ενήλικους άνδρες . Σταδιακά, όμως , αποκαλύπτεται και ένας αυξημένος αριθμός αγοριών θυμάτων, που κακοποιούνται συνήθως επίσης από άνδρες. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι πολλοί υπαίτιοι θύτες σωματικής, σεξουαλικής συναισθηματικής κακοποίησης παιδιών έχουν υπάρξει και οι ίδιοι θύματα ως παιδιά. Η εφαρμογή αυτών των εμπειριών σε μικρά παιδιά προσδίδει συχνά στους υπαίτιους αίσθημα δύναμης , που μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος με τον όποιο έχουν μάθει να συναλλάσσονται. Θύτες και θύματα παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά που ενισχύουν την κυκλική μορφή του φαινόμενου. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι : o Η ζωή σε μια δυσλειτουργική οικογένεια που δεν μπορούσε να καλύψει τις συναισθηματικές τους ανάγκες, θυματοποιώντας τους ως παιδιά με διαφόρους τρόπους. o Η χαμηλή αυτοεκτίμηση και η έλλειψη εμπιστοσύνης.

36

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΉ ΒΙΑ Η συντροφική βία αναγνωρίζεται ολοένα και περισσότερο ως ένα πρόβλημα δημόσιας υγείας που έχει συνδεθεί με τραυματισμούς καθώς και μ’ ένα ευρύ πεδίο διανοητικών και σωματικών προβλημάτων υγείας. H συντροφική βία εμφανίζεται σε όλες τις πολιτισμικές και ταξικές ομάδες και δεν κάνει διακρίσεις σε σχέση με την χώρα, το μορφωτικό επίπεδο, το ύψος του εισοδήματος, την εθνικότητα και την ηλικία (Krug et al, 2002: Χατζηφωτίου 2005, Τζαμαλούκα και συν., 2006). Αυτό το κοινωνικό πρόβλημα, στην Ελλάδα το φαινόμενο της συντροφικής βίας δεν έχει διερευνηθεί συστηματικά. Είναι ένα φαινόμενο που συμβαίνει πολύ συχνά, αλλά σπάνια γίνεται εμφανές. Συχνά συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των σπιτιών και θεωρείται ιδιωτική υπόθεση. Οι προεκτάσεις και οι επιπτώσεις του φαινόμενου είναι πολυδιάστατες αφού απειλείται η σωματική , ψυχική ,συναισθηματική, διανοητική και οικονομική ασφάλεια των θυμάτων και υπονομεύεται άμεσα η αυτοεκτίμηση και η εικόνα που τα ίδια έχουν για τον εαυτό τους (Campell & Dienmann 2001). Υπάρχουν διάφοροι όροι που έχουν χρησιμοποιηθεί στην διεθνή βιβλιογραφία για την περιγραφή και την διαπραγμάτευση της βίας στην οικογένεια . Ο πιο κοινός όρος « ενδο-οικογενειακή βία » (Domestic violence) που χρησιμοποιείται από το Ελληνικό Υπουργείο Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, από τις Γενικές Γραμματείες Ισότητας διαφόρων χωρών που ασχολούνται με το θέμα, από την Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για θέματα γυναικών και ισότητας και από τις μεγαλύτερες διεθνείς εθελοντικές οργανώσεις που ασχολούνται με το θέμα. Δυο αποδεικτικά υπομνήματα που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή του Βρετανικού Κοινοβουλίου το 1992 υποστηρίζουν ότι υπάρχει και το φαινόμενο της βίας κατά των ανδρών από τις γυναίκες συντρόφούς τους, και μάλιστα ότι αυτή η μορφή βίας είναι σε οξύτερη κατάσταση από ότι αυτή εκτιμάται. Τα κεντρικά σημεία και των δύο αυτών υπομνημάτων είναι ότι οι άνδρες – θύματα δυσκολεύονται να μιλήσουν για την κατάσταση τους και ότι τα ΜΜΕ και οι περισσότερες υπηρεσίες βοηθείας αγνοούν το πρόβλημα (Χατζηφωτίου, 2005). Σύμφωνα με μελέτη για την ενδο-οικογενειακή βία 17, οι άνδρες αποτελούν περίπου το 35% του συνολικού ποσοστού θυμάτων οικογενειακής βίας. Αυτή η ασυμφωνία αποδεικνύει ότι οι άνδρες είναι λιγότερο πιθανόν να αναφέρουν βία εκ μέρους των γυναικών, καθώς δεν θεωρούν ότι είναι έγκλημα. Οι κυρίες κατηγορίες ενδοοικογενειακής βίας συνήθως θεωρούνται η σωματική, η σεξουαλική και η ψυχολογική. Η συντριπτική πλειονότητα των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, όπως δείχνουν διάφορες έρευνες είναι γυναίκες και παιδιά, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άντρες που κακοποιούνται.

17

U.S. Department of Justice, National Institute of Justice “Full Report Of Prevalence, Incidence, and Consequences of Violence Against Women” November 2002

37

Η μελέτη των Tjaden &Thoannes, (2000), πραγματεύεται έναν τύπο ενδοοικογενειακής βίας, τον όρο «συντροφική βία» που περιγράφει την σωματική, σεξουαλική και ψυχολογική βλάβη από ένα νυν ή πρώην σύντροφο ή σύζυγο. Στην προκειμένη περίπτωση προτιμάται ο όρος συντροφική βία έναντι άλλων όρων που έχουν εναλλακτικά χρησιμοποιηθεί όπως «συζυγική βία» ή «συζυγική κακοποίηση» ή «κακοποίηση της γυναίκας» καθώς οι όροι αυτοί περιορίζουν το φαινόμενο στα έγγαμα ζευγάρια αποκλείοντας τα ζευγάρια που συμβιώνουν ή επικεντρώνονται στην γυναίκα αποκλείοντας τις περιπτώσεις στις όποιες θύμα της σχέσης είναι ο άνδρας. Αυτός ο τύπος βίας μπορεί να συμβεί μεταξύ ετερόφυλων ή και ομοφυλόφιλών ζευγαριών και δεν απαιτεί σεξουαλική σχέση. Η συντροφική βία μπορεί να ποικίλει ως προ τη σοβαρότητα και την συχνότητά της. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ορίζει την συντροφική βία (Ιntimate Partner Violence) ως οποιαδήποτε συμπεριφορά στα πλαίσια μιας στενής σχέσης η οποία προκαλεί σωματική, ψυχολογική ή σεξουαλική βλάβη σε αυτούς που διατηρούν τη σχέση (Krug et al, 2002) . Συμφώνα με τις συστάσεις που κατά καιρούς εκδίδει το Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Ειδικών Λοιμώξεων των ΗΠΑ τέτοια συμπεριφορά περιλαμβάνει (Saltzmam et al , 1999, 2002 ): α) Την σωματική βία που αποτελεί την ηθελημένη χρήση σωματικής δύναμης με την προοπτική να προκληθεί θάνατος, αναπηρία, τραυματισμός ή βλάβη. Η σωματική βία συνίσταται, άλλα δεν περιορίζεται στο γρατζούνισμα, το σφίξιμο, το σπρώξιμο, την ρίψη, το άρπαγμα, το χτύπημα, τον πνιγμό, το ταρακούνημα, το χαστούκισμα, το γρονθοκόπημα, το κάψιμο, την χρήση όπλου και την χρήση εμποδίων ή χρήση του σώματος, του μεγέθους ή της δύναμης ενάντια σε ένα άλλο άτομο. β) Την σεξουαλική βία που διαιρείται σε τρεις κατηγορίες: • Την χρήση σωματικής δύναμης με στόχο τον εξαναγκασμό ενός ατόμου να εμπλακεί σε μια σεξουαλική πράξη πάρα την θέληση του, ανεξαρτήτως αν η πράξη ολοκληρώνεται. • Είτε όταν επιχειρείται είτε όταν είναι ολοκληρωμένη η σεξουαλική πράξη που περιλαμβάνει ένα άτομο ανήμπορο να καταλάβει την φύση ή τις συνθήκες της πράξης, να περιορίσει την συμμετοχή του ή να εκφράσει την απροθυμία του να εμπλακεί σε μια σεξουαλική πράξη π.χ λόγω ασθενείας, αναπηρίας ή λόγω της επίδρασης αλκοόλ και άλλων ναρκωτικών ή λόγω εκφοβισμού και πίεσης, • Καταχρηστική σεξουαλική επαφή γ) Την ψυχολογική / συναισθηματική βία που περιλαμβάνει τραύμα που έχει προκληθεί στο θύμα από πράξεις, απειλές πράξεων ή τακτικές εξαναγκασμού. Η ψυχολογική / συναισθηματική κακοποίηση μπορεί να περιλαμβάνει χωρίς να περιορίζεται σε αυτά, τον εξευτελισμού του θύματος, τον έλεγχο αυτών που το θύμα μπορεί ή δεν μπορεί να κάνει, την απόκρυψη πληροφοριών από το θύμα, τις ενέργειες που έχουν στόχο να κάνουν το θύμα να αισθανθεί υποτιμημένο ή αμήχανο, την απομόνωση του θύματος σε σχέση με χρήματα ή με άλλους βασικούς πόρους. Θεωρείται ψυχολογική / συναισθηματική βία όταν έχει προηγηθεί σωματική ή σεξουαλική βία ή απειλές σωματικής ή σεξουαλικής βίας.

38

3.1 Θεωρητική προσέγγιση Δεν υπάρχει ένας μεμονωμένος παράγοντας που να μπορεί να εξηγήσει γιατί κάποια άτομα συμπεριφέρονται βίαια προς άλλα άτομα ή γιατί η βία εμφανίζεται σε μεγαλύτερο βαθμό σε ορισμένες κοινωνίες σε σύγκριση με κάποιες άλλες. Κατά συνέπεια οι ερευνητές της ενδο -οικογενειακή βίας συχνά υιοθετούν την οικολογική προσέγγιση στην προσπάθεια τους να ερμηνεύσουν την συντροφική βία και να κατανοήσουν την προέλευση της ( Bronfenbrenner, 1979, Ellsberg et al , 1999, Heise, 1998,). Αυτό το θεωρητικό πλαίσιο που καλείται «Οικολογικό μοντέλο» παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στα τέλη της δεκαετίας τους 1970 (Garbarino & Crouter, 1978 ) και αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές θεωρίες για την κατανόηση της πολυδιάστατης φύση της βίας. Το οικολογικό μοντέλο αρχικά χρησιμοποιήθηκε στην παιδική κακοποίηση (Garbarino & Crouter, 1978) και σταδιακά στην νεανική βία (Tolan & Guerra 1994) ενώ πρόσφατα οι ερευνητές το χρησιμοποιούσαν για την κατανόηση της συντροφικής βίας ( Heise, 1998) και της κακοποίησης των ηλικιωμένων. To μοντέλο αυτό θεωρεί την συντροφική βία ως το προϊόν των πολλαπλών επιδράσεων που δέχεται συμπεριφορά σε διαφορετικά επίπεδα του κοινωνικού περιβάλλοντος όπως το ατομικό, το επίπεδο των προσωπικών σχέσεων, το επίπεδο της κοινότητας και το κοινωνικό – πολιτισμικό επίπεδο. Το πρώτο επίπεδο διερευνά τους βιολογικούς, τους δημογραφικούς και άλλους προσωπικούς παράγοντες, οι όποιοι υπάρχουν και χαρακτηρίζουν τη συμπεριφορά ενός ατόμου. Εστιάζει στις στάσεις, τις αξίες και το προσωπικό πλούτο που μεταφέρει ο κάθε σύντροφος στη σχέση που διατηρεί με τον άλλο (Carlson , 1984 ). Σε γενικές γραμμές, μπορεί να υποστηριχθεί ότι το συγκεκριμένο επίπεδο του οικολογικό μοντέλου εστιάζει στα προσωπικά χαρακτηριστικά του ατόμου που αυξάνουν την πιθανότητα υποδοχής ή άσκησης βίας. Το δεύτερο επίπεδο του οικολογικού μοντέλου αναφέρεται στο άμεσο πλαίσιο στο όποιο λαμβάνει χώρα η κακοποίηση, δηλαδή στις κοινωνικές σχέσεις όπως είναι οι σχέσεις με τους συντρόφούς ή η οικογένεια, οι όποιες αυξάνουν τον κίνδυνο για την υποδοχή ή άσκηση βίας. Πολλοί συγγραφείς έχουν υποστηρίξει την άποψη ότι το δυτικό μοντέλο οικογένειας από την φύση του τείνει να αποτελεί ένα θεσμό που ευνοεί την βία . Παρόλο που κοινωνιολόγοι από το 1950 και έπειτα θεωρούσαν την οικογένεια ως ένα χώρο ιδανικό για την ανατροφή και ασφάλεια, αργότερα άλλοι ερευνητές (Straus & Hotaling, 1979) υποστήριξαν ότι οι ίδιοι παράγοντες που καθιστούσαν την οικογένεια ένα ζεστό, υποστηρικτικό και προστατευτικό περιβάλλον για τα μέλη της, έχουν γίνει ταυτόχρονα και επικίνδυνοι. Ίσως ο μεγαλύτερος κίνδυνος να αφορά στην ιδιωτικότητα που χαρακτηρίζει το θεσμό της οικογένειας, ιδιαίτερα στην μοντέρνα, πυρηνική μορφή της, η οποία την προστατεύει, με αποτέλεσμα οι κανόνες της ευρύτερης κοινωνίας να παραβιάζονται μέσα σε αυτή χωρίς ανάλογη τιμωρία, επιβεβαιώνοντας την άποψη που υποστηρίζει ότι όταν η ιδιωτικότητα είναι υψηλή ο κοινωνικός έλεγχος είναι χαμηλός (Gelles, 1983 ).

39

To τρίτο επίπεδο του οικολογικού μοντέλου εξετάζει το περιβάλλον της κοινότητας στο οποίο υπάρχουν οι κοινωνικές σχέσεις ( π.χ σχολεία, χώροι εργασίας, γειτονιές και κοινωνικά δίκτυα ) και αναζητά να αναγνωρίσει τα χαρακτηριστικά αυτών των περιβαλλόντων που συνδέονται με την υποδοχή ή την άσκηση της συντροφικής βίας. Το υψηλό επίπεδο κινητικότητας (συχνές μετακομίσεις ), η κοινωνική απομόνωση του ατόμου ( π.χ η γυναίκα δεν γνωρίζει τους γείτονες, δεν έχει κοινωνικές συναναστροφές ή δεν ασχολείται με την τοπική κοινωνία), η ανάμειξη σε παράνομες οργανώσεις ενός εκ των δυο συντρόφων και η ελάχιστη θεσμική υποστήριξη (π.χ στο άτομο που δέχεται τη βία), είναι παραδείγματα από αυτά τα χαρακτηριστικά που έχουν συνδεθεί με την συντροφική βία. Το τέταρτο και τελευταίο επίπεδο του οικολογικού μοντέλου εξετάζει ευρύτερους κοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν την συχνότητα της συντροφικής βίας. Εδώ περιλαμβάνονται οι παράγοντες εκείνοι που δημιουργούν ένα αποδεκτό κλίμα για τη βία, εκείνοι που μειώνουν τις αναστολές κατά της βίας, και εκείνοι που δημιουργούν και διατηρούν κενά ή εντάσεις ανάμεσα σε διαφορετικές ομάδες της κοινωνίας. Στο επίπεδο αυτό υπάρχουν οι κυρίαρχες πολιτισμικές αξίες που επικρατούν ευρέως στην κοινωνία. Περιλαμβάνει νόμους , κοινωνικές και οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές νόρμες που ευνοούν την επιθετική συμπεριφορά και την συντροφική βία. Το οικολογικό μοντέλο συμβάλλει στην κατανόηση της συντροφική βίας, αφενός εξηγώντας γιατί κάποιες κοινωνίες και κάποια άτομα είναι πιο βίαια από κάποια άλλα και αφετέρου γιατί οι γυναίκες είναι τόσο συστηματικά τα θύματα της συντροφική βίας (Ηeise, 1998). Έχει επίσης αποδειχθεί χρήσιμο στην κατανόηση της σημασίας που οι γυναίκες αποδίδουν στις βίαιες σχέσεις και του τρόπου με τον οποίο το υπάρχον πολιτισμικό πλαίσιο διαμορφώνει τη στρατηγική ανταπόκριση των γυναικών στη βία. (Dutton ,1996). Το Οικολογικό μοντέλο μας μεταφέρει αυτομάτως στην έννοια του τρόπου ζωής.

Ο τρόπος ζωής 18 Στο έργο του «Οικονομία και Κοινωνία», ο Max Weber (1978), είχε ορίσει τους τρόπους ζωής ως συλλογικές μορφές συμπεριφοράς που στηρίζονται σε εκείνες τις επιλογές που οι άνθρωποι κάνουν ανάλογα με τις δυνατότητες της ζωής τους. Οι προσωπικές δυνατότητες καθορίζονται από την κοινωνική και οικονομική κατάσταση, το φύλο, την ηλικία, την καταγωγή και από άλλους παράγοντες που επηρεάζουν τις επιλογές του τρόπου ζωής. Οι επιλογές εξαρτώνται από τις προσωπικές δυνατότητες πραγματοποίησής τους και οι δυνατότητες αυτές καθορίζονται από τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες των ανθρώπων. Αν και συγκεκριμένοι τρόποι ζωής χαρακτηρίζουν, συνήθως, συγκεκριμένες κοινωνικο-οικονομικές ομάδες, ορισμένοι τρόποι ζωής μπορούν να εξαπλώνονται πέρα από τα όρια μιας κοινωνικής τάξης. Για παράδειγμα, οι συμπεριφορές υγείας που περιλαμβάνουν φυσική άσκηση και σπορ, υγιεινή διατροφή και αποφυγή νοσογόνων πρακτικών, ενώ είχαν τις ρίζες τους στα

18

Τζαμαλούκα Γ, Παπαδάκη Μ, Χατζηφωτίου Σ, Χλιαουτάκης Ι: 2004, «Συμπεριφορές συναισθηματικής κακοποίησης σε ενήλικα ζευγάρια : Ένα υπόδειγμα με ερμηνευτικό παράγοντα τον τρόπο ζωής».

40

ανώτερα κοινωνικά στρώματα, σήμερα, απλώνονται και σε άλλες κοινωνικές ομάδες των Δυτικών κοινωνιών.

Χαρακτηριστικά τρόπου ζωής σύμφωνα με τους Kinnear & Taylor 1991 Δραστηριότητες Ενδιαφέροντα Γνώμες Εργασία Οικογένεια Για τους ίδιους Ενασχολήσεις Κατοικία Κοινωνικά θέματα Κοινωνικά γεγονότα Εργασία Πολιτική Διακοπές Κοινά Εργασία Διασκέδαση Αναψυχή Οικονομία Μέλος σε όμιλο κ.ά Μόδα Εκπαίδευση Κοινότητα Διατροφή Παραγωγή Αγορές ΜΜΕ Μέλλον Σπορ Κατορθώματα Κουλτούρα Σε μια έρευνα των Τζαμαλούκα και συν. (2006) που έγινε με θέμα τις Συμπεριφορές Συναισθηματικής κακοποίησης σε ενήλικα ζευγάρια διερευνήθηκε : α)ο τρόπος ζωής ενηλίκων ανδρών και γυναικών αστικού πληθυσμού με συμβίωση τουλάχιστον ενός έτους β) η συχνότητα με την οποία οι ερωτηθέντες υφίσταται και ασκούν συναισθηματική κακοποίηση στην σχέση τους με το άλλο φύλο. Η παρούσα μελέτη θεωρείται η πρώτη στην Ελλάδα , πιθανόν και διεθνώς, που διερευνά την σχέση της συναισθηματικής κακοποίησης με διαφορετικά πρότυπα του τρόπου ζωής . Στα πλαίσια των αποτελεσμάτων κατέστη φανερό ότι συγκεκριμένοι τρόποι ζωής ευνοούν την άσκηση και την αποδοχή της συναισθηματικής κακοποίησης ενώ ορισμένοι άλλοι δρουν προστατευτικά αποτρέποντας την εμφάνιση της. Ανάμεσα στους τρόπους ζωής που βρέθηκαν να έχουν προστατευτικό χαρακτήρα είναι αυτοί της κουλτούρας και της παραδοσιακής διασκέδασης , ενώ ευνοϊκά διακείμενος στην συναισθηματική κακοποίηση βρέθηκε να είναι ο τρόπος ζωής της εξάρτησης από αλκοόλ και άλλες ουσίες. Τέλος οι άνδρες και οι έγγαμοι βρέθηκαν να είναι περισσότερο επιρρεπείς τόσο ως προς την άσκηση όσο και ως προς την αποδοχή της συναισθηματικής κακοποίησης. Μπορεί να ειπωθεί πως ο όρος τρόπος ζωής χρησιμοποιείται για να δηλώσει διαφορετικές κοινωνικές και πολιτισμικές πλευρές της ανθρώπινης ύπαρξης και του τρόπου βίωσης της. Χρησιμοποιείται συχνά σε διαφορετικές επιστήμες, όπως στις κοινωνικές, οικονομικές, υγείας και άλλες για να σηματοδοτήσει ποικίλες πλευρές του πώς οι άνθρωποι βιώνουν την ζωή τους. Όλες οι μελέτες που χρησιμοποιούν τον τρόπο ζωής ως προγνωστικό δείκτη συμπεριφορών υγείας, ασφάλειας, επιθετικότητας κ.λ.π. αν και χρησιμοποιούν διαφορετικές κλίμακες εκτίμησής του, εντάσσονται στο θεωρητικό πλαίσιο της θεωρίας της προβληματικής συμπεριφοράς, που στηρίζει την ιδέα ότι οι άνθρωποι που διάγουν βίο διακινδύνευσης, έχουν επίσης αυξημένες πιθανότητες να υιοθετήσουν και συμπεριφορές διακινδύνευσης και συνεπώς βίαιες, επιθετικές συμπεριφορές (Donova et al. 1991).

41

3.2 Συνέπειες συντροφικής βίας Οι πιο άμεσες συνέπειες στη σωματική υγεία είναι οι τραυματισμοί όπως ο οξύς και χρόνιος πόνος, κοψίματα, καψίματα, μελανώματα, σπασμένα δόντια, σπασμένα κόκαλα, μυικοί και σκελετικοί τραυματισμοί, διασείσεις, διαστρέμματα, βλάβες στα μάτια και στα αυτιά (Grisso et al., 1991; Mullerman et al, 1996; Varvaro & Lasko, 1993). Παράλληλα με τις άμεσες σωματικές κακώσεις, υπάρχουν και χρόνιες συνέπειες στο νευρολογικό, το καρδιαγγειακό, το γαστρεντερικό, το μυικό, το ουροποιητικό και το αναπαραγωγικό σύστημα όπως κολπικές εκκενώσεις, δυσπεψία, διάρροια ή δυσκοιλιότητα, στομαχικά έλκη, σπαστική κολίτιδα που φαίνονται να συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με το χρόνιο άγχος που δημιουργείται στα θύματα ως αποτέλεσμα της βίας (Cascardi et al, 1992; Coker et al, 2000; McCaulley et al, 1996; Plichta & Falik, 2001). Επιπλέον, σημαντικές είναι οι επιπτώσεις που έχει η συντροφική βία στη σεξουαλική υγεία του θύματος με συμπτώματα όπως πόνο στην λεκάνη στα γεννητικά όργανα και στο στήθος, τα εμμηνορροϊκά προβλήματα, οι μολύνσεις στο ουροποιητικό σύστημα, ο κωλικός ή ο κολπικός πόνος, τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα HIV/AIDS και οι υστερεκτομές (Coker et al , 2000, Mc Farlane et al, 1996, Plichta & Falik, 2001 ). Όταν μάλιστα η συντροφική βία υφίσταται κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε καταστάσεις όπως αποκόλληση του πλακούντα, αιμορραγία, ρήξη της μήτρας, πρόωρο τοκετό, αποβολές, μειωμένο βάρος γέννησης του νεογνού και γέννηση νεκρού εμβρύου ( Cokkinides et al, 1999, Dye et al , 1995 Mc Farlane et al, 1996, Purwar et al , 1999). Eξίσου σημαντικές μπορεί να είναι οι συνέπειες της συντροφικής βίας στην διανοητική και ψυχική υγεία του θύματος. Αυτές περιλαμβάνουν καταστάσεις όπως η κατάθλιψη, το μετατραυματικό στρες, το άγχος, τα προβλήματα στον ύπνο και την σίτιση, η αυτοκτονική συμπεριφορά, η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ και άλλων ναρκωτικών ουσιών, η αντικοινωνική συμπεριφορά, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η ανικανότητα επίδειξης εμπιστοσύνης στο αντίθετο φύλο και ο φόβος των συντροφικών σχέσεων ( Coker et al, 2000, Coker et al 2002, Campell & Lewandoski, 1997, Hathaway et al, 2000, O’ Leary, 1999, Oriel & Fleming 1998, Silverman et al, 2001). Ανάμεσα στις αρνητικές συνέπειες της συντροφικής βίας εντάσσεται και η ανάπτυξη αρνητικών συμπεριφορών υγείας εκ μέρους των θυμάτων, οι οποίες μπορούν να θέσουν περαιτέρω κινδύνους για την υγεία τους. Χαρακτηριστικές συμπεριφορές που έχουν συνδεθεί με την συντροφική βία είναι η ανάμειξη σε διακινδυνευμένες σεξουαλικές συμπεριφορές (σεξ χωρίς προφυλάξεις, μειωμένη χρήση προφυλακτικού, πρώιμη έναρξη σεξουαλικών επαφών, επιλογή μη υγιών και πολλαπλών σεξουαλικών συντρόφων), η χρήση ή η κατάχρηση βλαβερών ουσιών (τσιγάρα, αλκοόλ, ναρκωτικά ), η οδήγηση έπειτα από κατανάλωση αλκοόλ, οι ανθυγιεινές διατροφικές συμπεριφορές (δίαιτα, εμετοί, κατάχρηση διαιτητικών χαπιών) και η κατάχρηση των υπηρεσιών υγείας ( Ηeise & Garcia Moreno, 2002, Plichta 2004 , Roberts et al , 2005 , Silverman et al , 2001). Mεταξύ των άλλων η συντροφική βία έχει συνδεθεί και με σοβαρές συνέπειες στην κοινωνική ζωή των θυμάτων όπως η περιορισμένη πρόσβαση σε υπηρεσίες και η απομόνωση από κοινωνικά δίκτυα (Plicta 2004). Αντίθετα, για παράδειγμα, τρόποι ζωής που προτείνονται από παραδοσιακούς θεσμούς (κουλτούρα, εκκλησία κλπ) έχει βρεθεί να παίζουν ένα ρόλο κλειδί στην εγκαθίδρυση κοινωνικών δικτύων και την ανάπτυξη

42

δεσμών προστασίας των ανθρώπων, αυξάνοντας τις πιθανότητες υιοθέτησης συμπεριφορών υγείας και ασφάλειας και μειώνοντας τη συχνότητα εμπλοκής τους σε βίαιες ενέργειες (Chliaoutakis et al, 2002. Baeir & Wright, 2001. Johnson et al., 2000). Τέλος, συνέπειες υπάρχουν και για τα παιδιά των θυμάτων, τα οποία είναι πιθανόν να υποστούν τραύματα κατά την διάρκεια περιστατικών συντροφικής βίας μεταξύ των γονέων τους. Ακόμα και όταν τα παιδιά δεν είναι τα άμεσα θύματα, είναι πιθανόν να υποφέρουν σημαντικά από την μαρτυρία της βίας εξαιτίας των γονέων τους. Αυτό έχει τεκμηριωθεί μέσα από αρκετές μελέτες που αναφέρουν ότι η μαρτυρία ή η προσωπική εμπειρία σωματικής ή σεξουαλικής κακοποίησης συνδέεται με σωματική, σεξουαλική και συναισθηματική κακοποίηση κατά την ενήλική ζωή (Diaz – Olavarrietta et al , 2001, Jewkes et al , 2002, Martin et al , 2002 Oriel & Fleming , 1998).

3.3 Το προφίλ του δράστη Πρώτο και κυριότερο, τα άτομα που κακοποιούν είναι ηθοποιοί. (Melissa Hopper 1996). Χωρίς να παίζει κανένα ρόλο το φύλο του ατόμου που κακοποιεί, μια από τις ικανότητες τους είναι να υιοθετούν μια φυσιολογική συμπεριφορά για να συγκαλύπτουν την κατάσταση. Τα περισσότερα θύματα κακοποίησης αναφέρουν ότι το άτομο το οποίο γνώρισαν και ερωτεύτηκαν σταδιακά αλλάζει και μετατρέπεται σε τέρας. Αυτή είναι μια από τις πιο κοινές απόψεις των θυμάτων κακοποίησης. Το ερώτημα είναι: Τι υπάρχει στο μυαλό του ατόμου που κακοποιεί, όταν αυτός ξαφνικά, ή σταδιακά κακοποιεί τον σύντροφο του; Φαίνεται πως οι δράστες μέσω της παρατήρησης και εν ακολουθία της μίμησης των γύρω τους μαθαίνουν να παρουσιάζονται ως φυσιολογικοί και να υιοθετούν μια σταθερή συμπεριφορά για αρκετό διάστημα. Αυτό σημαίνει ότι είναι ικανοί να πείσουν τον νέο τους σύντροφο ότι είναι πραγματικά υπέροχοι άνθρωποι, γοητευτικοί, οι οποίοι αξίζουν να τους δείξει κανείς εμπιστοσύνη, αγάπη και φροντίδα. Αυτή η συμπεριφορά είναι εύκολο να διατηρηθεί κάτω από συγκεκριμένες καταστάσεις, όπου ο δράστης έχει ελάχιστη επαφή με άλλους στην διάρκεια της ημέρας. Για παράδειγμα, στον εργασιακό χώρο, όπου αυτός /αυτή θα έχει επαφή με άλλους το πολύ για οκτώ ώρες. Μια άλλη περίπτωση είναι εκείνη των συνηθισμένων γνωριμιών που γίνονται στα νυχτερινά μαγαζιά. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο δράστης (ηθοποιός), χρειάζεται μόνο να πείσει ότι είναι φυσιολογικός για ένα μικρό χρονικό όριο. Γι’ αυτό το λόγο άτομα από το περιβάλλον των δραστών δυσκολεύονται να πιστέψουν πως το άτομο που είχαν την εντύπωση πως γνώριζαν θα ήταν ικανό να δείξει τέτοια βαρβαρότητα μέσα στην σχέση του. Στην περίπτωση των γυναικών δραστών, η δυσκολία συγκαλύπτεται από κοινωνικούς και πολιτικούς μύθους, οι οποίοι παρουσιάζουν τις γυναίκες μόνο ως θύματα και όχι ως δράστες. Σύμφωνα με την Hopper 19, οι περισσότερες γυναίκες που επιτίθενται στους συντρόφους τους το κάνουν για λόγους αυτοάμυνας. Η άποψη όμως αυτή φαίνεται να αγνοεί την πραγματικότητα.

19

Melissa Hopper's article: "When Domestic Violence Diversion Is No Longer an Option: What to Do with the Female Offender."

43

Οι υπάλληλοι επιβολής του νόμου στην Καλιφόρνια λαμβάνουν περισσότερη από ποτέ υποχρεωτική εκπαίδευση όσον αφορά στη διαδικασία σύλληψης ενός περιστατικού οικογενειακής βίας όσο και στις μεθόδους της έρευνας. Όταν οι αστυνομικοί καλούνται σε μια οικογενειακή ταραχή, διεξάγουν μια έρευνα για να διαπιστώσουν ποιος είναι «ο κύριος επιτιθέμενος». (David Fontes, 1999) Για τον δράστη- ηθοποιό, η διατήρηση μιας φυσιολογικής συμπεριφοράς μέσα σε μια μακροχρόνια σχέση είναι σχεδόν απίθανη. Στην διάρκεια της συναναστροφής του με το θύμα, υποκρίνεται συνεχώς, λόγω της ανάγκης του να κρύψει τον αληθινό του εαυτό, πράγμα όμως που είναι δύσκολο να το διατηρήσει. Η συμπεριφορά όμως χαλάει και η αληθινή προσωπικότητα βγαίνει στην επιφάνεια. Για το θύμα, η ξαφνική έκρηξη επιθετικότητας σε σχέση με την προηγούμενη «αγαπητή» και «γοητευτική» προσωπικότητα την οποία ερωτεύτηκαν τους προκαλεί σύγχυση και τους φέρνει σε αμηχανία. Το θύμα συνήθως ακόμα ερωτευμένο με τον δράστη, αρχίζει να δικαιολογεί την συμπεριφορά του πιστεύοντας πως τα πράγματα θα ξαναγίνουν όπως πρώτα. Ο καθένας που έχει ερωτευτεί γνωρίζει την επένδυση στην εμπιστοσύνη, στην συναισθηματική δέσμευση και στην ανιδιοτέλεια όπου κάνει μια σχέση να ‘δουλέψει’. Είναι φυσικό για το θύμα να θεωρεί δεδομένο ότι το άλλο πρόσωπο έχει κάνει τις ίδιες προσπάθειες με εκείνο και να θέλει κυρίως να εκλογικεύσει την συμπεριφορά του και να δεχθεί τις δικαιολογίες του δράστη. Η προσωπικότητα ενός ατόμου που κακοποιεί διακρίνεται κυρίως από αυτoαπέχθεια και μίσος. Παρόλα αυτά αυτή η αποστροφή για τον εαυτό τους είναι πολύ οδυνηρή για τους ίδιους να την δεχθούν. Απελπισμένοι στην προσπάθεια τους να «ταιριάξουν» με κάποιους δικαιολογούν την επιθετική συμπεριφορά που δεν μπορούν να αποφύγουν και αρνούνται τα υπόλοιπα. Η άρνηση μπορεί να είναι βαθιά κρυμμένη με αποτέλεσμα να τους δημιουργεί αρνητικά συναισθήματα στον βασανισμένο τους ψυχισμό. Ορισμένοι δράστες είναι φοβισμένοι και τρομοκρατημένοι από τα βίαια ξεσπάσματα τους αλλά η άρνηση τους υπερισχύει ώστε να καταφέρουν να διαχειριστούν τα συναισθήματα που τους προκαλούν. Γι’ αυτό το λόγο όταν χάνουν τον έλεγχο και υιοθετούν μια επιθετική συμπεριφορά, έπειτα ακολουθούν μια συμπεριφορά βαθιάς και ειλικρινούς μετάνοιας και παρακαλούν για συγχώρεση. Στη διάρκεια του χρόνου αυτά τα συναισθήματα της μετάνοιας και του οίκτου θα θαφτούν και θα μετατραπούν σε μια παγερή και αμετανόητη συμπεριφορά. Γι’ αυτό το λόγο είναι σημαντικό να δοθεί θεραπεία στους δράστες όταν ακόμη νιώθουν συναισθήματα μετανοίας και συγχώρεσης. Με σκοπό να αποφύγουν να ομολογήσουν τι νιώθουν για τους εαυτούς τους, οι δράστες εκφράζουν την αυτοαπέχθειά τους πάνω στα θύματα. Όταν αυτό συμβαίνει τότε δημιουργείται μια κλασσική σχέση δράστη και θύματος. Υπάρχουν αναρίθμητοι λόγοι που εκφράζουν αυτό το συναίσθημα. Πολλοί από αυτούς που μετατρέπονται σε δράστες ενδο-οικογενειακής βίας ομολογούν ότι προέρχονται από ένα βίαιο ενδοοικογενειακό περιβάλλον ή είχαν εμπειρίες κακοποίησης στην μετέπειτα ζωή τους. Στην ερώτηση πώς αυτή η εμπειρία τους επηρέασε, σχεδόν όλοι θα αναφέρουν συναισθήματα θυμού και φόβου (Cook 1997). Για ένα παιδί που μεγαλώνει σε ένα σπίτι όπου επικρατεί βία, παρόλο που αυτές οι συμπεριφορές και οι εμπειρίες στις οποίες είναι μάρτυρας τον αναστατώνουν, θεωρεί ότι 44

είναι φυσιολογικές. Είναι αυτό που γνωρίζουν, έτσι γι’ αυτά, αυτό είναι εκείνο που περιέχει μια φυσιολογική οικογενειακή ζωή. Παρόλα αυτά, ο φόβος και ο θυμός που αναπτύσσεται βαθιά μέσα τους από τους δράστες δεν μπορεί να βρει διέξοδο έκφρασης πέρα από τα όρια του σπιτιού. Το να νευριάσουν, ή ακόμα να δείξουν δυσαρέσκεια με τη μεταχείριση τους, ίσως οδηγήσει στην αύξηση της κακοποίησης εναντίον τους. Ο φόβος της αντεκδίκησης οδηγεί σε αισθήματα που αυθόρμητα έχουν αναπτύξει για τους θύτες βαθιά μέσα τους. Ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσουν επιτυχώς το φόβο και το θυμό είναι να τους αρνηθούν και να «πετάξουν» μέσα από το σπίτι αυτή την αντικοινωνική συμπεριφορά. Όταν το κακοποιημένο παιδί ενηλικιωθεί, αν δεν έχει συμβιβαστεί με αυτά τα αισθήματα της οργής τα οποία κρύβει βαθιά μέσα του, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτά θα επέλθουν στην επιφάνεια στις σχέσεις του ως ενήλικας. Οι ενήλικοι έχουν την τάση να αναπαράγουν ότι αυτοί θεωρούν φυσιολογικό από τα παιδικά τους χρόνια, στις σχέσεις τους ως ενήλικες. Αν μεγαλώσουν μέσα σε ένα χαοτικό και γεμάτο φόβο περιβάλλον είναι λογικό γι’ αυτούς να νιώθουν μέσα στο σπίτι αυτού του είδους το δυναμικό της οικογένειας. Υποσυνείδητα ίσως κάνουν σχέσεις που αισθάνονται ότι τους είναι οικείες και χωρίς να έχει σημασία πόσο επίπονες είναι αυτές οι σχέσεις, εκείνοι νιώθουν ‘φυσιολογικά’. Ορισμένοι δράστες είναι απλώς ψυχοπαθείς. Απολαμβάνουν το αίσθημα της δύναμης που έχουν πάνω στο θύμα και ίσως και να προβούν και στη δολοφονία του αν δεν προλάβει να μεσολαβήσει κάτι. Άλλοι δράστες καταλήγουν να μισούν τους συντρόφους τους με την πάροδο του χρόνου και αντί να φύγουν από αυτή τη σχέση, προτιμούν να καταστρέψουν το άλλο άτομο. Όλοι οι δράστες απολαμβάνουν το αίσθημα της δύναμης που εκπέμπουν πάνω στο θύμα αλλά δεν είναι όλοι τους ψυχοπαθείς. Συχνά έχουν βαθιά εγωιστικά χαρακτηριστικά ζώντας σε ένα κόσμο που μόνο τα δικά τους συναισθήματα, ανάγκες και επιθυμίες είναι σημαντικά. Όταν οι δράστες εκφράζουν αγάπη προς το θύμα δεν είναι επειδή στην πραγματικότητα αισθάνονται αγάπη αλλά επειδή θέλουν κάτι από το θύμα το οποίο δεν μπορούν να πάρουν εκφράζοντας απειλές. Μερικοί δράστες θα κακοποιήσουν τους άλλους χρησιμοποιώντας ιστορίες που ενοχοποιούν το θύμα με σκοπό κάποιος άλλος να χτυπήσει ή να συλλάβει το θύμα και αυτό είναι κατά κύριο λόγο χαρακτηριστικό γνώρισμα των γυναικών. Άλλη μορφή κακοποίησης που έχει σχέση με αυτό τον τρόπο, είναι το να απαγορεύει χωρίς λόγο την επικοινωνία του γονέα με το παιδί του. Αυτή τη μορφή την χρησιμοποιεί ο δράστης συνεχίζοντας την κακοποίηση και ενώ η σχέση του με το θύμα έχει λήξει. Γι’ αυτούς που έχουν εμπειρίες κακοποίησης στην μετέπειτα ζωή τους, αλλά είχαν σχετικά ευτυχισμένα παιδικά χρόνια, ίσως να υπάρχει ένα υποσυνείδητο στοιχείο εκδίκησης στην μετέπειτα επιθετικά συμπεριφορά τους. Περιπτώσεις γυναίκας που κακοποιεί μπορεί να ενισχύονται σε άρθρα γυναικείων περιοδικών που απεικονίζουν τους άνδρες σαν κακούς, από σαπουνόπερες, δράματα, ταινίες, ιστορίες στις εφημερίδες για γυναίκες θύματα κακοποίησης και οι σταθερές και επίμονες πιέσεις στις γυναίκες από ακραία φεμινιστικά κινήματα που θεωρούν όλους τους άνδρες επικίνδυνους. Όλες οι σκέψεις και τα συναισθήματα καλύπτονται κάτω από την ομπρέλα του όρου «μίσανδρος». Ο μίσανδρος είναι αυτός που μισεί τους άνδρες. Αντίστοιχα με τον παραπάνω όρο είναι και αυτός που αφορά στους άνδρες. Οι σκέψεις και τα αισθήματα

45

που εκφράζουν μίσος και προσβολή προς τις γυναίκες καλύπτονται με τον όρο μισογυνισμός. Είναι γνωστό ότι υπάρχουν πολλοί τέτοιοι άνδρες τριγύρω, όμως, το να κριτικάρει κανείς την γυναικεία συμπεριφορά δεν είναι το ίδιο με το να μισεί τις γυναίκες. Μια σημαντική διάκριση πρέπει να υπάρχει μεταξύ των δυο όρων. 3.3.1. Η σχέση του θύματος με το δράστη Το θύμα και ο δράστης έχουν μια πολύπλοκη σχέση που συχνά είναι δύσκολο να ερμηνευθεί με απλούς όρους. Αρχικά, το θύμα δεν έχει ιδέα ότι ο σύντροφός του είναι άτομο που κακοποιεί. Εκείνοι που το γνωρίζουν και παραμένουν με αυτό το άτομο, ίσως προσπαθούν να «βοηθήσουν» το δράστη. Είναι πολύ επικίνδυνο πράγμα για εκείνους που έχουν λίγη ή καθόλου γνώση να το προσπαθήσουν. Είναι αρκετά δύσκολο και για έναν επαγγελματία να βοηθήσει ένα άτομο που κακοποιεί, σίγουρα δεν είναι κάτι που ένας ερασιτέχνης θα έπρεπε να προσπαθήσει. Ένα χαρακτηριστικό των ατόμων που μπορούν να εκφράσουν επιθετική συμπεριφορά είναι η ανάγκη να ελέγχουν τα πάντα γύρω από το θύμα, και αυτό ισχύει τόσο για τους άνδρες όσο και για τις γυναίκες δράστες. Αυτή η ανάγκη του να ελέγχει τους άλλους πηγάζει από δυο έντονες επιθυμίες της προσωπικότητας του ατόμου. Η πρώτη είναι η ανάγκη να παραμείνει η προσωπικότητά του κρυφή και η δεύτερη είναι η ανάγκη του να μη νιώσει κατώτερος (Cook 1997). Μέσα σε μια προσωπική σχέση είναι φυσικό και για τις δυο πλευρές να εξετάζουν ο ένας την προσωπικότητα του αλλού και να εξωτερικεύουν συναισθήματα. Τον δράστη αυτή η τόσο κοντινή επαφή τον φοβίζει. Όλοι τους τη ζωή προσπαθούσαν να κρύψουν τον αληθινό εαυτό τους τόσο από τους ίδιους όσο και από την κοινωνία. Τυπικά απεχθάνονται τον εαυτό τους και συχνά φοβούνται την ικανότητά τους για βία. Δεν μπορούν να υποβληθούν σε διαδικασία εξέτασης. Γι’ αυτό το λόγο αυτό το αθώο «ψάξιμο» από τον σύντροφο τους μπορεί συχνά να είναι το ερέθισμα για τις βίαιες δράσεις τους καθώς προσπαθούν να σταματήσουν την εξερεύνηση των βαθύτερων και κρυφότερων αισθημάτων τους χρησιμοποιώντας εκφοβισμό και βία. Όσο για τη δεύτερη περίπτωση, ο δράστης χρησιμοποιεί διάφορες τεχνικές για να αναγκάζει το θύμα να εκτελεί τις διαταγές που του δίνει ο ίδιος καθώς έτσι νιώθει ότι είναι δυνατός. Μια από τις τεχνικές που χρησιμοποιεί είναι «το προφορικό όπλο». Αυτό σημαίνει να ξεκινάει ένα καταιγισμό κατηγορητηρίων και προσβολών χωρίς να δίνει χρόνο στο θύμα να απαντήσει. Αυτές οι προσβολές είναι συχνά προέκταση του πώς αισθάνονται οι ίδιοι για τον εαυτό τους. Για παράδειγμα εάν ο δράστης έχει έντονα αισθήματα ζήλειας προς τους φίλους και γενικότερα προς τα άτομα που συναναστρέφεται το θύμα, τότε ο δράστης κατηγορεί το θύμα ότι τον ζηλεύει. Άλλο παράδειγμα είναι όταν ο δράστης είναι ανεπαρκής σε κάτι, αμέσως στρέφει τις κατηγορίες στο θύμα ότι εκείνο είναι ανίκανο. Οποιεσδήποτε να είναι οι κατηγορίες, μεταφέρονται με τόσο δυνατή ένταση και γρήγορο ρυθμό όπου το θύμα να είναι τρομοκρατημένο, μπερδεμένο, προσβεβλημένο και πληγωμένο και είναι ανίκανο να απαντήσει. Ακολουθεί μια πνευματική και συναισθηματική παράλυση η οποία ίσως οδηγήσει στην παντελή συντριβή του θύματος. Σε αυτό το στάδιο ο δράστης είναι πλημμυρισμένος από αισθήματα δύναμης πάνω στο θύμα και αν η βία επέρχεται ίσως συμβεί σε αυτή τη στιγμή απόλυτης ευφορίας.

46

Οι λόγοι που ο δράστης δεν θέλει να δώσει στο θύμα χρόνο να απαντήσει είναι δύο. Πρώτον, ο δράστης δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τις σκέψεις και τα αισθήματα του θύματος. Δεύτερον, ο δράστης δεν ενδιαφέρεται για διάλογο αλλά μόνο να ελέγχει το θύμα. Ο βαθμός του ελέγχου πάνω στο θύμα μπορεί μερικές φορές να φτάνει πολύ μακριά. Μπορούν για παράδειγμα να διαλέγουν τι φαγητό θα τρώνε και πότε, τι ρούχα θα φορέσουν, τι ώρα μπορούν να βγουν από το σπίτι και πότε θα επιστρέψουν, με ποιους θα επικοινωνούν, πόσα χρήματα επιτρέπεται να ξοδεύουν. Οι θύτες που φοβούνται ότι ο σύντροφός τους ίσως να τους εγκαταλείψει καταφεύγουν σε διάφορες πράξεις ώστε να εμποδίσουν το θύμα να κάνει κάτι τέτοιο. Μερικές από αυτές μπορεί να είναι: • Συκοφαντούν τον σύντροφο τους στην τοπική κοινότητα ώστε κανείς να μην ενδιαφέρεται γι’ αυτούς. • Προσπαθούν να καταστρέψουν τη φήμη τους λέγοντας ψέματα γι’ αυτούς στην οικογένειά τους, στους φίλους, στην εργασία τους. • Δηλητηριάζουν το θύμα. • Στέλνουν απειλητικά μηνύματα στο τηλέφωνό τους. • Καταδιώκουν το θύμα ή καταστρέφουν το αμάξι για να το εμποδίσουν να φύγει. • Κρατάνε το θύμα μακριά από τα παιδιά του. • Απειλούν με αυτοκτονία. • Κατηγορούν το θύμα για σεξουαλική παρενόχληση προς τα παιδιά. • Πραγματοποιούν απειλητικά ή τηλεφωνήματα χωρίς ομιλία αργά τη νύχτα. • Απειλούν το θύμα ότι θα σκοτώσουν τα παιδιά αν φύγει. • Αυξάνουν το επίπεδο της βίας. • Στρέφουν τα παιδιά ενάντια στο θύμα. • Βρίσκουν και επιτίθενται στο θύμα στο νέο του σπίτι. Όλες αυτές οι συμπεριφορές ασκούν έλεγχο και επιβολή κυριότητας πάνω στο θύμα.

3.4 Συντροφική βία εναντίων ανδρών Τα επεισόδια που στην πραγματικότητα αναφέρονται στην αστυνομία είναι το αρχικό σημείο για να εξετάσει κανείς το βαθμό της οικογενειακής βίας. Η Maureen McLeod (1984) εξέτασε πάνω από 6.000 περιπτώσεις επίθεσης της συζύγου, αναφερόμενες στο αστυνομικό τμήμα του Ντιτρόιτ. Ανακάλυψε ότι αναφορές των ανδρών για επιθέσεις από τις συζύγους τους φτάνουν στο 6 % των αναφορών. Σύμφωνα με το δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών σε μια έρευνα του 199220 1993 ένα εκατομμύριο γυναίκες το χρόνο είναι θύματα φανερής βίας, συγκριτικά με 20

Bureau of justice Statistics 2003,Intimate Partner Violence, 1993-2001, Washington, D.C : U.S Departement of Justice.

47

143 χιλιάδες άνδρες. Σε προηγούμενες μελέτες οι γυναίκες αναφέρουν ένα ετήσιο ποσοστό 572.032 περιπτώσεις επίθεσης του συζύγου, ενώ οι άνδρες αναφέρουν ετήσιο ποσοστό 48.983. Αυτοί οι αριθμοί είναι λιγότερο μακριά από αυτούς που αναφέρονται καθημερινά στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Η Εθνική Εγκληματολογική Έρευνα βρίσκει επίσης ότι η αστυνομία είναι πιο πιθανόν να φτιάξει μια επίσημη αναφορά αν ο παραβάτης είναι ξένος περισσότερο από το αν είναι γνωστός. Όμως οι έρευνες αυτοαποκαλούνται έρευνες εγκλημάτων και δεν περιέχουν ερωτήσεις σχετικές με την «υπόγεια» βία. Δυστυχώς όταν κανείς απαντήσει σε ερωτήσεις που αφορούν ληστείες, μερικά θύματα δεν επιλέγουν να κατηγοριοποιήσουν την ενδο-οικογενειακή βία ως έγκλημα. Γι’ αυτούς και άλλους λόγους, η έρευνα του Υπουργείου Δικαιοσύνης ίσως αδυνατεί να παρουσιάσει επαρκώς το σύνολο της ενδοοικογενειακής βίας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατά παράδοση, ένα θύμα είναι πιο πιθανό να αναφέρει σοβαρούς τραυματισμούς από μια επίθεση ενός νόμιμου συντρόφου παρά να αναφέρει επιθέσεις ή τραυματισμούς από έναν περιστασιακό παρτενέρ. Η McLeod (1984) ανακάλυψε ότι οι κακοποιημένοι άνδρες αποτυγχάνουν να αναφέρουν περιπτώσεις στην αστυνομία σε μεγαλύτερη αναλογία απ’ ότι οι γυναίκες. Ενώ το 54 % κακοποιημένων γυναικών ισχυρίζονται ότι έχουν δηλώσει στην αστυνομία επιθετικό συμβάν, μόνο το 45% από άνδρες θύματα ισχυρίζονται ότι έχουν κάνει κάτι τέτοιο. Επίσης ανακάλυψε ότι οι άνδρες θύματα είναι «συχνά λιγότερο πιθανόν από τις γυναίκες να κάνουν μήνυση όταν η αστυνομία έχει ειδοποιηθεί». Συνεπώς οι άνδρες είναι κατά 11% λιγότερο πιθανόν να αναφέρουν οποιοδήποτε τύπο βίαιου εγκλήματος στα οποία ήταν θύματα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η βία στο σπίτι εναντίον των γυναικών είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Ο Dr C. Everett Koop το ονομάζει το νούμερο ένα πρόβλημα υγείας των γυναικών. Οι στατιστικές που έχουν γίνει δείχνουν το εξής: σχεδόν το ένα τρίτο των γυναικών που βρίσκονται στο νοσοκομείο στα επείγοντα περιστατικά είναι εκεί εξαιτίας βίας στο σπίτι, τρεις από τις τέσσερις γυναίκες θύματα ανθρωποκτονιών δολοφονήθηκαν από τους συζύγου ή τους εραστές τους, και έξι εκατομμύρια γυναίκες είναι θύματα κακοποίησης από ανθρώπους τους οποίους γνωρίζουν κάθε χρόνο. Σε σχέση με αυτές τις στατιστικές, ίσως είναι δύσκολο για τους περισσότερους να δεχτούν ότι οι γυναίκες επιτίθενται στους άνδρες και αν συμβαίνει συχνά αυτό το φαινόμενο τότε ποιος είναι ο λόγος που δεν ακούμε περισσότερα γι’ αυτό το θέμα.; Μπορεί κανείς να σκεφτεί ότι αυτό συμβαίνει μόνο όταν ένας μεγάλος σε ηλικία και ασθενικός άνδρας κακοποιείται από μια νεότερη γυναίκα ή όταν η γυναίκα κακοποιείται ή είναι θύμα επίθεσης και τότε αντεπιτίθεται. Επίσης κατά πόσον οι τραυματισμοί είναι σοβαροί εφόσον γενικά η γυναίκα δεν είναι από τη φύση της τόσο δυνατή όσο είναι οι άνδρες. Σύμφωνα με τον Straus, (1999): «…υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός κατηγοριών που επιχειρούνται από άνδρες για να αποκτήσουν αστυνομική προστασία που καταλήγουν στη σύλληψη των ίδιων των ανδρών. Αυτή η ειρωνική κατάσταση είναι ένας ακόμη λόγος που οι άνδρες είναι ενάντιοι στο να τηλεφωνήσουν για αστυνομική προστασία. Ο κύριος λόγος είναι ότι το επίπεδο των τραυμάτων είναι πολύ χαμηλότερο όταν ο παραβάτης είναι γυναίκα και υπάρχει επομένως λιγότερη ανάγκη να τηλεφωνήσει κανείς για προστασία. Το γεγονός

48

ότι η επίθεση είναι νομικό και ηθικό έγκλημα, ανεξάρτητα από το εάν υπάρχει τραύμα λείπει από την αντίληψη των εμπλεκόμενων σε αυτή τη συμπεριφορά». Ο John Leo σε ένα άρθρο του 1996 στην U.S. News επισημαίνει ότι: «Η φεμινιστική επιμονή στο να χρησιμοποιούνται θεωρίες για να ‘φωτογραφίσουν’ γεγονότα έχουν ατυχή αποτελέσματα. Το ένα είναι ότι η γενική άποψη των ανδρών ως μοναδικώς βίαιοι και επικίνδυνοι προς τις γυναίκες (‘οι άνδρες χτυπούν επειδή μπορούν’, ‘το πιο επικίνδυνο μέρος για να βρίσκεται μια γυναίκα είναι στο σπίτι’) έχει διεισδύσει βαθιά στην λαϊκή κουλτούρα. Σε διεθνείς έρευνες με ερωτώμενους μικρά παιδιά υπάρχει εκ μέρους τους η ευχή ‘να σταματήσουν οι μπαμπάδες να χτυπούν τις μαμάδες. Στην πραγματικότητα τα παιδιά είναι πιο πιθανόν πλέον να βλέπουν τη μαμά να χτυπάει τον μπαμπά. Ο βαθμός σκληρών επιθέσεων από άνδρες σε γυναίκες στο σπίτι μειώθηκε σχεδόν 50% μεταξύ της πρώτης Εθνικής Έρευνας Οικογενειακής Βίας (1975) και των πιο πρόσφατων δεδομένων του 1992. Έπεσε από 38 ανά 1000 ζευγάρια το χρόνο στα 20. Αυτό έγινε χάρη των φεμινιστριών, αλλά ο βαθμός των επικινδύνων γυναικείων επιθέσεων στα αρσενικά μέσα στο σπίτι πλέον είναι 45 στα 1000 ζευγάρια- διπλάσιος από τον βαθμό των ανδρών. Αυτό είναι επίσης ευθύνη των φεμινιστριών. Στις επιθέσεις μεταξύ των ζευγαριών, οι γυναίκες συνήθως για να λύσουν κάποια διαφορά χρησιμοποιούν όπλα σε αρκετά μεγαλύτερο βαθμό από ότι οι άνδρες. Παρόλα αυτά, ένας άνδρας, με το πλεονέκτημα του τυπικά μεγαλύτερου μεγέθους του και την δύναμη του σώματός του, είναι πιο πιθανό να επιφέρει τραύματα σε μια βίαιη κατάσταση, ή ακόμα και παίζοντας. Όμως τα τρέχοντα γεγονότα υποδηλώνουν ότι ο βαθμός των τραυμάτων ίσως είναι σχεδόν ίσος. Επίσης, εξαιτίας της απροθυμίας των ανδρών να ζητήσουν βοήθεια σε καταστάσεις οικογενειακής βίας και της έλλειψης ενός σύμφωνου ορισμού για το τι αποτελεί ένα ‘τραύμα’, οι συγκρίσεις για το αν οι γυναίκες ή οι άνδρες υφίστανται τα περισσότερα τραύματα είναι πολύ δύσκολες, αν όχι αδύνατες. Ως αποτέλεσμα του γεγονότος ότι οι γυναίκες χρησιμοποιούν όπλα πιο συχνά σε οικογενειακές διαμάχες, οι άνδρες συχνά υφίστανται πιο μοιραία τραύματα όπως μια πληγή μαχαιρώματος ή καψίματα σε σύγκριση με τις μελανιές σε μια γυναίκα. Το σφάλμα σε μια περίπτωση οικογενειακής μάχης εντοπίζεται όταν επεμβαίνει η αστυνομία και προσπαθεί να διαπιστώσει ποιος είναι εκείνος που ξεκίνησε πρώτος τον καυγά. Το πιο πιθανό είναι ο άνδρας να κατηγορεί τη γυναίκα και εκείνη να κατηγορεί τον άνδρα. Αυτό είναι ένα σενάριο που συμβαίνει συχνά στις οικογένειες. Αν η αστυνομία δεν μπορεί να καταλήξει, συλλαμβάνει τον άνδρα. Παρόλα αυτά αν ο άνδρας είναι γρατσουνισμένος και ματωμένος, και η γυναίκα δεν έχει ούτε ένα σημάδι πάνω της, η αστυνομία συλλαμβάνει τη γυναίκα. Αυτό το φαινόμενο βρίσκει αντίθετους τους οπαδούς του φεμινισμού καθώς θεωρούν ότι σαφώς ο άνδρας είναι αυτός που ξεκινάει και η γυναίκα δικαιολογημένα έχει την όποια αντίδραση. Η μόνη φορά που παραδέχονται ότι ή γυναίκα είναι βίαιη είναι όταν εκείνη βρίσκεται σε θέση αυτοάμυνας. Αλλά και πάλι θεωρείται ότι καμιά γυναίκα δεν πρέπει να τιμωρείται επειδή υπερασπίζεται τον εαυτό της. Οι «μικρότερες» επιθέσεις που διαπράττονται από γυναίκες είναι ένα μεγάλο πρόβλημα, ακόμα και αν δεν προκαλούν τραυματισμό, διότι βάζουν τις γυναίκες σε κίνδυνο διαφόρων ειδών αντεκδίκησης από τους άνδρες (Straus & Hotaling, 1980). Οι φυσικές επιθέσεις δεν είναι απαραιτήτως ο πιο καταστροφικός τύπος κακοποίησης. Η

49

λεκτική επιθετικότητα ίσως είναι πολύ περισσότερο καταστροφική από φυσικές επιθέσεις (Vising, Straus, Gelies, & Harrop, 1991).

3.4.1 Λόγοι μη αποχώρησης του άνδρα από την συζυγική εστία Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους ένας άνδρας παραμένει σε μια βίαιη σχέση. Συχνά δεν ξέρει ότι η φυσική επίθεση ενάντια σε έναν άνδρα είναι έγκλημα, ακόμα και αν αυτή που του επιτίθεται είναι γυναίκα του ή φίλη. Εκτός των άλλων βλέπει καθημερινά στην τηλεόραση περιπτώσεις γυναικών που χαστουκίζουν, χτυπούν τους άντρες τους χωρίς κανείς να πει ούτε λέξη 21. Συχνά νιώθει ότι είναι στο χέρι του να κάνει τη σχέση του να λειτουργήσει σωστά και θα έχει αποτύχει ως πατέρας και σύζυγος αν φύγει. Ίσως ντρέπεται να παραδεχτεί ότι έχει χτυπηθεί ή ότι διάλεξε λάθος σύντροφο. Όταν η σύντροφός του δεν τον χτυπάει μπορεί να είναι αξιαγάπητο άτομο. Αγαπάει αυτή την πλευρά της και ελπίζει ότι θα αλλάξει. Ίσως πιστεύει στους όρκους του γάμου που λένε «στα καλά και στα άσχημα μαζί, μέχρι ο θάνατος να μας χωρίσει». Η σύζυγός του ίσως να του έχει απαγορεύσει να διατηρεί επαφές με την οικογένεια και τους φίλους του και αισθάνεται ότι δεν υπάρχει κανείς να του δώσει συναισθηματική υποστήριξη. Εκτός των άλλων έτσι έχει μάθει από μικρό παιδί. Να υπομένει. Συχνά υπάρχουν παιδιά να νοιαστεί και ίσως νιώθει ανίκανος να φροντίσει επαρκώς γι’ αυτά. Η βία θα μπορούσε να είναι μέρος του παρελθόντος του και τώρα τη δέχεται σαν μέρος της ζωής του. Ίσως να νιώθει ότι το παιδί του χρειάζεται μια μητέρα. Ίσως έχει προσπαθήσει να φύγει πιο πριν, αφήνοντας τη γυναίκα του να τον εξευτελίζει στο κοινό και στη δουλειά του. Η σύντροφός του ίσως τον έχει απειλήσει ότι θα τον σκοτώσει αν φύγει, ή τον κατηγορεί για κακοποίηση των παιδιών, ακόμα και σεξουαλική κακοποίηση και αυτός πιστεύει ότι θα πραγματοποιήσει τις απειλές της 22. Ίσως δεν ξέρει ότι η βοήθεια είναι απαραίτητη. Η κατάσταση συνεχίζεται και είναι διαφορετική για κάθε περίσταση. Όμως υπάρχει ένα συναίσθημα που έχουν όλοι οι άνδρες που κακοποιούνται: ο φόβος να φύγουν και ο φόβος του να μείνουν και αν τα παιδιά είναι ανακατεμένα τι θα τους συμβεί αν δεν είναι εκεί να παρέμβει. Μερικοί άνδρες που είναι θύματα παραμένουν με τη γυναίκα που τους πληγώνει επειδή είναι οικονομικά εξαρτώμενοι από αυτήν. Όλο και περισσότεροι άνδρες μένουν στο σπίτι ως σύζυγοι που φροντίζουν τα οικιακά ή ενθαρρύνονται από τις γυναίκες στους στο να γράφουν , να ασχολούνται με την τέχνη, βοηθούν όταν αναρρώνουν από ιατρική επέμβαση, ή είναι ανάπηρες, και για πολλούς άλλους λόγους. Η υπόθεση ότι όλοι οι άνδρες μπορούν να βρουν δουλειά σημαίνει ότι και όλες οι γυναίκες μπορούν να βρουν δουλειά. Όμως, το οικονομικό φορτίο συνήθως θεωρεί ότι οι γυναίκες δεν μπορούν ή ότι δεν χρειάζεται να βρουν δουλειά ενώ οι άνδρες πρέπει έστω και αν χρειάζεται να κάνουν διάφορες δουλειές για να τα βγάλουν πέρα. Ο άνδρας μπορεί να ξέρει ότι θα είναι πιο 21

Bureau of justice Statistics 2003,Intimate Partner Violence, 1993-2001, Washington, D.C : U.S Departement of Justice. 22 Bureau of justice Statistics 2003,Intimate Partner Violence, 1993-2001, Washington, D.C : U.S Departement of Justice.

50

ασφαλής και πιο ευτυχισμένος αν φύγει, αλλά φοβάται ότι θα είναι ανίκανος να υποστηρίξει τον εαυτό του και να φροντίσει και τα παιδιά του. Για μερικούς άνδρες, φτάνει τελικά μια μέρα που δεν πάει άλλο να ανέχονται φυσική και λεκτική επίθεση. Ίσως ένα από τα παιδιά μπήκε στη μέση. Ο άνδρας μπορεί να τραυματίστηκε και να χρειάζεται ιατρική περίθαλψη. Συνήθως είναι σωματικά και ψυχικά εξουθενωμένος. Ίσως ζητάει βοήθεια για τη γυναίκα του ή βοήθεια στο να την καταλάβει. Βλέπει ότι τα παιδιά του επηρεάστηκαν από τη βία. Νιώθει νευριασμένος, φοβισμένος και φοβερά μόνος του. Ειδικά αν προσπάθησε να μιλήσει σε κάποιον γι΄ αυτό. Η ερώτηση γυρίζει σ’ αυτόν: «τι έκανες εσύ για να το αποτρέψεις»; Σαν να είναι όλα δικό του λάθος. Ή χειρότερα «τι σόι άντρας είναι αυτός που αφήνει τη γυναίκα του να τον χτυπάει;» και δεν τολμάει να πει για τη θεραπεία του γιατί, στις περισσότερες περιπτώσεις, θα χρειαστεί να αναφέρουν το περιστατικό στις αρχές ιδιαίτερα αν ένα από τα παιδιά έχει ανάμειξη. Νιώθει παγιδευμένος στην κατάσταση και δεν βρίσκει διέξοδο. Μπορεί να νιώθει σίγουρος ότι η επόμενη επίθεση θα τον σκοτώσει. Αυτοί και άλλοι λόγοι μπορούν να απωθήσουν έναν άνδρα να σκεφτεί για αλλαγή( Bureau of justice Statistics 2003).

3.4.2. Γυναικεία επίθεση ή αυτοάμυνα; Είναι συνηθισμένο ως ένα μεγάλο βαθμό οι επιθέσεις των γυναικών απέναντι στους συντρόφους τους να θεωρούνται η «απάντηση» ή άμυνα έναντι των επιθέσεων από τους άνδρες. Παρόλα αυτά νέες μαρτυρίες δημιουργούν ερωτήματα πάνω σε αυτή την εξήγηση. Για τις φονικές επιθέσεις από γυναίκες, ορισμένες έρευνες αναφέρουν ότι η πραγματική διάσταση είναι αυτό-άμυνα, αντεκδίκηση ή πράξεις απελπισίας εξαιτίας πολλών χρόνων θυματοποίησης (Browne, 1987 23; Browne & Williams, 1989; Jurik & Gregware, 1989). Παρόλα αυτά έρευνα 24 περιπτώσεων των Jurik & Gregware, (1989), στην οποία γυναίκες σκότωσαν τους άνδρες συντρόφους τους, έδειξε ότι το θύμα ξεκίνησε χρήση φυσικής δύναμης σε ποσοστό 40% των περιπτώσεων, και ότι μόνο το 21 % ήταν απάντηση σε «προηγούμενη επίθεση» ή «απειλή για κακοποίηση/θάνατο». Βρέθηκε επίσης ότι το 60% των γυναικών είχαν προηγούμενο ιστορικό εγκληματικότητας. Παρομοίως, έρευνα του Mann 24 (1990), μελέτης των καταστάσεων σχετικά με τις ανθρωποκτονίες συντρόφων από γυναίκες δείχνει ότι πολλές από τις γυναίκες που δολοφονούν τους συντρόφους τους είναι παρορμητικές, βίαιες και έχουν ιστορικό εγκληματικότητας. Από τα 495 ζευγάρια στην Εθνική Έρευνα Βίας στην Οικογένεια το έτος 1985 25 όπου μια η περισσότερες επιθέσεις ήταν αναφερόμενες από γυναίκες ερωτώμενες, ο άνδρας σύντροφος ήταν ο μόνος βίαιος σε ποσοστό 25.9 των περιπτώσεων και η γυναίκα 23

Browne, A. (1987). When battered women kill. New York: The Free Press. Mann, C. R. (1990). Black female homicide in the United States, Journal of Interpersonal Violence, 5, 176-201. 25 National Family Violence Survey (1985) 24

51

σύντροφος ήταν η μόνη βίαιη σε ποσοστό 25.5 των περιπτώσεων. Έτσι, η ελάχιστη εκτίμηση της βίας εκ των γυναικών που δεν θεωρείται αυτό-άμυνα, είναι 25 τοις εκατό. Ίσως η πραγματική διαφορά φύλου φαίνεται στις επιθέσεις που είναι αρκετά σοβαρές και αποτελούν κίνδυνο να προκαλέσουν τραύματα, όπως γροθιές, κλωτσιές και επιθέσεις με όπλα. Αυτή η υπόθεση ερευνήθηκε μέσω 211 γυναικών που ανέφεραν ένα ή περισσότερα περιστατικά «σοβαρής» επίθεσης. Τα ποσοστά των αποτελεσμάτων ήταν παρόμοια: και οι δύο σύντροφοι χρησιμοποίησαν βία κατά ποσοστό 35.2%, μόνο οι άνδρες 35.2% και μόνο οι γυναίκες 29.6% 26. Aνεξαρτήτως αν η ανάλυση είναι βασισμένη σε όλες τις επιθέσεις ή επικεντρώνεται μόνο στις πιο σοβαρές, σχεδόν τόσες γυναίκες όσο και άνδρες επιτέθηκαν στον σύντροφό τους ο οποίος δεν τους είχε χτυπήσει κατά τη διάρκεια ενός χρόνου που ήταν η αναφερόμενη περίοδος. Αυτό είναι αντιφατικό με την εξήγηση της «αυτό-άμυνας» για τον υψηλό βαθμό οικογενειακών επιθέσεων από γυναίκες. Παρόλα αυτά είναι πιθανόν ότι, μεταξύ των ζευγαριών όπου επιτίθενται και οι δύο σύντροφοι, όλες οι γυναίκες να δρουν με αυτό-άμυνα. Ακόμα και αν αυτή η υπόθεση ήταν σωστή, παραμένει το ότι το 25-30% των βίαιων σχέσεων είναι βίαιες μόνον εξαιτίας των επιθέσεων από την γυναίκα σύντροφο. Είναι αξιοσημείωτο ότι όταν η έρευνα δεν αποκλείει την πιθανότητα του να είναι οι γυναίκες υποκινητές της βίας παραλείποντας δεδομένα σχετικά με τις γυναίκες δράστες, κάθε μελέτη βρίσκει ότι οι γυναίκες ξεκινούν τη βία σε μεγάλη αναλογία των περιπτώσεων. Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι πολλές από τις επιθέσεις που ξεκινούν από τις γυναίκες είναι μια απάντηση στο φόβο που προέρχεται από πολλά χρόνια θυματοποίησής τους, το γεγονός αυτό τείνει να αυξήσει τις επιθέσεις από άνδρες συντρόφους (Bowker, 1983; Feld & Straus, 1989; Gelles & Straus, 1988 Straus 1974) κι έτσι βοηθά στο να διαιωνίζεται ή να αυξάνεται η συντροφική βία. 3.4.3.Σεξουαλική κακοποίηση ανδρών Ένας από τους μακροχρόνιους μύθους σχετικά με την σεξουαλική κακοποίηση είναι ότι οι άνδρες ή τα αγόρια είναι σπάνια θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, ειδικά με γυναίκες βιαστές-ότι μια γυναίκα δεν μπορεί να αναγκάσει έναν άνδρα να έχει ερωτική επαφή μαζί της ενάντια στη θέλησή του. Στερεότυπα σχετικά με την σωματική αδυναμία της γυναίκας, αδιαφορία της για σεξουαλική επαφή, παθητικότητα στον σεξουαλικό της ρόλο, οδηγούν πολλούς ανθρώπους να υποθέτουν ότι οι γυναίκες δεν είναι ικανές για μια τέτοια πράξη. 27 Στην πραγματικότητα, έρευνα έδειξε ότι σημαντικός αριθμός ανδρών έχουν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση από άγνωστες γυναίκες, γνώριμες και ερωμένες. Η Dr. Struckman-Johnson (1998) ανακάλυψε ότι το 16% ενός δείγματος 268 ανδρών στο πανεπιστήμιο του Midwestern ανέφερε ότι είχαν αναγκαστεί να έχουν σεξουαλική επαφή σε ένα ραντεβού. Σε μετέπειτα έρευνα μαζί με τον Dr. David Struckman-Johnson ανέφεραν ότι το 30% του δείγματος 204 ανδρών του κολεγίου είχαν ζήσει ένα περιστατικό εξαναγκαστικής σεξουαλικής επαφής με γυναίκα δράστη. Για το 20% των ανδρών, το περιστατικό κατέληξε σε συνουσία. Σε άλλη ακόμη έρευνα, το 43% από 318 26 27

National Family Violence Survey (1985) Anderson and Dr. Cindi Struckman-Johnson (1998) «Sexually Aggressive Women».

52

άνδρες ανέφερε ότι έχει τουλάχιστον μια εξαναγκαστική σεξουαλική εμπειρία με μια γυναίκα από την ηλικία των 16 ετών (Anderson and Struckman-Johnson, 1998). Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μια γυναίκα πετυχαίνει να πραγματοποιήσει εξαναγκαστική σεξουαλική επαφή με έναν άνδρα. Πάνω σε αυτό το θέμα οι Dr. Struckman-Johnson και Dr. David Struckman-Johnson (1998) αναφέρουν: «…οι γυναίκες είναι πιο πιθανόν να χρησιμοποιήσουν ψυχολογική πίεση όπως λεκτική παράκληση και επιχειρήματα, συναισθηματικό εκβιασμό, και παραπλάνηση. Άλλη συνηθισμένη προσέγγιση της σεξουαλικής κακοποίησης από μια γυναίκα είναι να εκμεταλλευτεί περιπτώσεις όπως , μέθης του άνδρα. Ένα συνηθισμένο σενάριο, σύμφωνα με τους άνδρες-θύματα, περιλαμβάνει μια γυναίκα «αρπακτικό» η οποία συνευρίσκεται με έναν μεθυσμένο άνδρα όπου τον παρακινεί στο να πιει μέχρι να αποκοιμηθεί ή να λιποθυμήσει. Η γυναίκα τότε είτε προφορικά είτε με το άγγιγμα προσπαθεί να τον διεγείρει με σκοπό την σεξουαλική επαφή». Οι σεξουαλικά βίαιες γυναίκες μόνο περιστασιακά προσφεύγουν σε εξαναγκαστικές τακτικές, που προσδιορίζονται ως εκφοβισμός, εκβιασμός, φυσικός περιορισμός, χρήση φυσικής βίας ή χρήση όπλου. Στην συγκεκριμένη ερεύνα, σχεδόν το 12% ή και λιγότερο από τους άνδρες-θύματα ανέφεραν ότι η γυναίκα άσκησε βία εναντίον τους, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ήταν ακραία. Γυναίκες κλείδωσαν άνδρες σε αυτοκίνητα, εμπόδισαν την έξοδό τους από ένα δωμάτιο, τους άρπαξαν, τους πέταξαν στο πάτωμα ή στο κρεβάτι, τους έδεσαν. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι γυναίκες χαστούκισαν και χτύπησαν άνδρες που αντιστάθηκαν στις πράξεις τους. Λίγοι άνδρες ανέφεραν ότι οι γυναίκες τους εκβίασαν να έχουν ερωτική επαφή μαζί τους, απειλώντας τους ότι θα αποκαλύψουν πληροφορίες που θα τους βλάψουν σε γονείς, εργοδότες ή στις συντρόφους τους. Αρκετοί άνδρες δεν αναστατώνονται από τον σεξουαλικό εξαναγκασμό μιας γυναίκας και σπάνια ένα τέτοιο γεγονός επιδρά άσχημα σε αυτούς. Όταν ένας άνδρας είναι αντιμέτωπος με μια σεξουαλικώς επιθετική γυναίκα, είναι πιθανότερο να το δει ως μια θετική ευκαιρία να έχει ερωτική επαφή και όχι σαν βιασμό. Ο σεξουαλικός εξαναγκασμός από μια γυναίκα ίσως ακόμη και να ενισχύσει τη φήμη του ανδρισμού του. Οι άνδρες επίσης, νιώθουν ότι δεν έχουν να φοβηθούν από μια μικρόσωμη, και πιο αδύναμη γυναίκα. Είναι επίσης δυνατόν οι άνδρες να αρνούνται ή να ελαχιστοποιούν τη θυματοποίησή τους εξαιτίας ανδρικών αντιλήψεων του να είναι αυτοδύναμοι. Οι Anderson and Dr. Cindi Struckman-Johnson (1998) συμπερασματικά ανέφεραν ότι οι άνδρες ενοχλούνται από τον γυναικείο σεξουαλικό εξαναγκασμό κυρίως όταν: • •



Η γυναίκα χρησιμοποιεί φυσικό περιορισμό εναντίον τους. Ακόμα και αν ο άνδρας γνωρίζει ότι μπορεί να ξεφύγει, παραμένει σοκαρισμένος, μπερδεμένος και ίσως και φοβισμένος της γυναικείας χρήσης δύναμης. Η γυναίκα τον εκμεταλλεύεται όταν είναι υπό την επήρεια ουσιών, ειδικά εάν η γυναίκα δεν είναι ελκυστική. Ορισμένοι δυσανασχετούν με την γυναίκα που τους αφαιρεί το δικαίωμα να διαλέξουν οι ίδιοι με ποια θα ήθελαν να έχουν σεξουαλική επαφή. Ένας νεαρός άνδρας με συντηρητικά σεξουαλικά ιδανικά χάνει την παρθενικότητά του από μια σεξουαλικά εξαναγκαστική γυναίκα συνήθως

53



μεγαλύτερή του. Ως αποτέλεσμα έχει να απορρίπτει κάθε γυναίκα στη ζωή του. Όταν η γυναίκα έχει θέση στην εξουσία. Η έρευνα έδειξε ότι ορισμένοι άνδρες όπου ήταν στην φυλακή ήταν ιδιαίτερα αναστατωμένοι όταν γυναίκες μέσα στο συγκεκριμένο περιβάλλον τους εξανάγκασαν σε σεξουαλικές δραστηριότητες .

Τέλος, η έρευνα του Struckman-Johnson (1998) δεν αποτιμά τη φύση του ψυχολογικού τραύματος των ανδρών. Παρόλα αυτά, σχόλια και συνεντεύξεις δείχνουν ότι άνδρες που είναι πολύ αναστατωμένοι από ένα περιστατικό γυναικείου σεξουαλικού εξαναγκασμού είναι πιθανόν να εμφανίσουν διαδοχική δυσπιστία και επιφυλακτικότητα απέναντι στις γυναίκες και να έχουν δυσκολίες στις σχέσεις τους. Οι άνδρες που έχουν ζήσει ένα περιστατικό σεξουαλικού εξαναγκασμού είτε από γυναίκα είτε από άνδρα δεν αναφέρουν συνήθως το περιστατικό στην αστυνομία, τείνουν να μην αποκαλύπτουν το περιστατικό ακόμα και αν αναζητούν φαρμακευτική θεραπεία, και είναι απίθανο να αναζητήσουν ψυχολογική υποστήριξη ή θεραπεία για τα επακόλουθα συναισθηματικά προβλήματα. Οι επαγγελματίες υγείας θα πρέπει να είναι σε θέση να ενθαρρύνουν να βγει στην επιφάνεια αυτή η κρυφή πλευρά θυματοποίησης. 28 Σε έρευνα της Αμερικάνικης Κυβερνήσεως, το 39% των ανδρών ανέφεραν ότι έχουν δεχθεί σωματική επίθεση από την σύντροφό τους (Tjaden, P. & Thoennes, N., 1998). Σε έρευνα της Νέας Ζηλανδίας, η οποία πραγματοποιήθηκε σε 539 άνδρες και 498 γυναίκες βρέθηκε ότι το 34% των ανδρών και το 27% των γυναικών ανέφεραν ότι δέχθηκαν σωματική επίθεση από τους συντρόφους τους (Peterson, K., 1999). Aυτή η ερεύνα παρουσιάζει, ότι από την επίθεση των συντρόφων, το 58% ήταν εναντίον των ανδρών και το 42% εναντίον των γυναικών. Ο Straus βρήκε το ίδιο ποσοστό στην ανάλυση της έρευνας του. «Κάθε μελέτη που παρουσιάζει ένα ποσοστό παραπάνω του τριάντα περιγράφει ένα τύπο δείγματος το οποίο δεν είναι επιλογή δική μας (όπως ένα τυχαίο δείγμα κοινότητας ή ένα δείγμα φοιτητών). Βρήκε πως το ποσοστό των επιθέσεων των γυναικών στους άνδρες είναι περίπου το ίδιο με το ποσοστό των επιθέσεων των ανδρών στις συντρόφους τους» (Straus, 1997, σελ. 211). Αυτό το οποίο είναι ενδιαφέρον με την Commonwealth Fund Study on Women’s Health είναι ότι, παρόλο που οι ερευνητές πήραν συνέντευξη και από 1,000 άνδρες , ώστε να συγκρίνουν τις απαντήσεις τους με εκείνες των 2,500 γυναικών όπου συμμετείχαν στην μελέτη, επέλεξαν να μην ρωτήσουν τους άνδρες ερωτήσεις που συνδέονται με την ενδοοικογενειακή βία. Ρωτώντας τους άνδρες, ίσως και να ανακάλυπταν πως ένας άνδρας δέχεται επίθεση από την σύντροφο του κάθε 10 ή και ακόμα κάθε 5 δευτερόλεπτα. Επειδή οι ερευνητές δεν ρώτησαν τους άνδρες δεν μπορούμε να έχουμε πληροφορίες για την θυματοποίηση τους, δεν μπορούμε να ξέρουμε κάθε πόσα δευτερόλεπτα ένας άνδρας γίνεται θύμα στην Αμερική. Παρόλο που πολλές 28

Cindi Struckman-Johnson, Ph.D., and David Struckman-Johnson, Ph.D., "Men's Reactions to Female Sexual Coercion" Psychiatric Times March 2001 Vol. XVII Issue 3

54

φανατισμένες γυναίκες χρησιμοποιούν τα δεδομένα για να αναφέρουν πως 4 εκατομμύρια γυναίκες κακοποιούνται κάθε χρόνο (μια κάθε 9 δευτερόλεπτα όπως προαναφέραμε), τα δεδομένα δείχνουν ότι στην πραγματικότητα καμιά από αυτές δεν έχει αναφέρει πως έχει χτυπηθεί (0%).

Η Steinmetz γράφει ότι «Βρίσκονται μόνο μικρές διαφορές στο ποσοστό των συζύγων (γυναικών–ανδρών) οι οποίοι αναφέρουν ότι πετάνε πράγματα, σπρώχνουν ,απειλούν χτυπάνε με το χέρι ή με κάποια αντικείμενο. Mάλιστα το σύνολο της βίας και από τις τρεις μελέτες ήταν όμοιο. Τα δεδομένα από το εθνικό αντιπροσωπευτικό δείγμα (Straus et al., 1977), που βασίστηκαν σε αναφορές βίας στην διάρκεια του 1975, βρήκαν τις γυναίκες να είναι ελαφρά πιο υψηλές σε όλες τις κατηγορίες εκτός από το σπρώξιμο και τον εξαναγκασμό. Το συνολικό αποτέλεσμα, παρόλα αυτά ήταν ίδιο». (Steinmetz,1978). Ο Gelles γράφει : …«Επειδή κάθε συζήτηση του προβλήματος του «κακοποιημένου άνδρα» θεωρείται «πολιτικά λανθασμένη», υπάρχουν μερικά, διαθέσιμα και αποτελεσματικά προγράμματα τα οποία αναπτύχθηκαν για τους άνδρες, θύματα της συντροφικής κακοποίησης. Με αυτόν τον τρόπο, αν οι γιατροί μπορούν με επιτυχία να διακρίνουν την κακοποίηση στους άνδρες, υπάρχουν μερικές υπηρεσίες ή προγράμματα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν συμπληρωματικά» (Gelles, 1996). Ο Fiebert γράφει για την λεπτομερή βιβλιογραφία πάνω στην έρευνα της ενδοοικογενειακής βίας: «Αυτή η βιβλιογραφία εξετάζει 85 ακαδημαϊκές έρευνες, 70 εμπειρικές μελέτες και 15 κριτικές , οι οποίες αποδεικνύουν ότι οι γυναίκες είναι φυσικά επιθετικές ή πιο επιθετικές από τους άνδρες στις συντροφικές τους σχέσεις. Το συνολικό μέγεθος του δείγματος στις μελέτες ξεπέρασε τις 58,000». Χωρίς την κλίμακα Conflict Tactics Scale (CTS) καμία από αυτές τις αναφορές δεν θα μπορούσε να γίνει. Σήμερα δεδομένα από την έρευνα του 1994, Commonwealth Fund Survey of Women’s Health , χρησιμοποιούνται στην βιβλιογραφία της ενδοοικογενειακής βίας η οποία αναφέρει: «το 8,4% των γυναικών ηλικίας 18 έως 65 χρόνων οι οποίες συζούσαν με τους συντρόφους τους (4,4 εκατομμύρια) κακοποιήθηκαν από αυτούς το προηγούμενο έτος». Αυτές οι στατιστικές προέρχονται από την ερευνήτρια Dr. Stacey Plichta, η οποία παρουσιάζει τον εαυτό της ως φεμινίστρια ερευνήτρια. Αυτό που λέει για η κλίμακα της ενδοοικογενειακής βίας (CTS) : «Η συντροφική κακοποίηση υπολογίζεται σε εκείνες τις γυναίκες οι οποίες συζούν ή είναι παντρεμένες με έναν άνδρα (και στις δυο περιπτώσεις θεωρείται σύντροφός της). Αυτές οι ερωτήσεις προέρχονται από την κλίμακα ενδοοικογενειακής βίας (CTS) , ένα όργανο με κύρος και αξιοπιστία (Plichta, 1996, p.240). Σε μια Αμερικάνική μελέτη για την ενδοοικογενειακή βία από το Center for Policy Research (Tjaden, P. & Thoennes, K., 1998) αναφέρεται μια σημαντική διαφορά ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες οι οποίες ανέφεραν πως έχουν χτυπηθεί στην διάρκεια της ζωής από τους συντρόφους τους. Το πραγματικό ποσοστό των γυναικών το οποίο «έχει χτυπηθεί» συγκρινόμενο με όλες εκείνες τις επιθέσεις εναντίον τους ήταν λιγότερο

55

του 10% (8,5%) , ακόμη τραγικό και σημαντικό αλλά πολύ λιγότερο από τις υποστηρικτικές αναφορές στην φιλολογία των αντίστοιχων ερευνών και στις παρουσιάσεις. Αυτή η μελέτη αναφέρει πως δεν υπάρχει στατιστική διαφορά ανάμεσα στον αριθμό των ανδρών και των γυναικών όπου επιζήτησαν ιατρική περίθαλψη για τα τραύματά τους. Αυτό το όποιο είναι ενδιαφέρον με την συγκεκριμένη έρευνα είναι ότι αναφέρει πως το 39% ( δύο στα πέντε θύματα ) των συντροφικών σωματικών επιθέσεων και τραυμάτων ήταν εναντίον ανδρών, παρόλο που δεν φαίνεται να υποστηρίζει το ίδιο ποσοστό επιθέσεων ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες, ούτε εισηγείται ότι οι άνδρες θύματα στοιχειοθετούν μόνο το 5 με το 15 ποσοστό επί τοις εκατό. Αυτοί στοιχειοθετούν περίπου το 40 % των θυμάτων της ενδο-οικογενειακής βίας που έχουν υποστεί επίθεση από τις γυναίκες συντρόφους τους. Εάν οι επιθέσεις εναντίον των ανδρών παρουσιάζονται σε ποσοστά του 35%, 40%, ή του 50%, αυτό παραμένει ένας σημαντικός αριθμός ώστε να γίνει ένας σημαντικός λόγος για κοινωνικό ενδιαφέρον. Τι συμβαίνει όμως με το «ποσοστό της επαναλαμβανόμενης συχνότητας» των επιθέσεων ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες ; Υπάρχει καμιά διαφορά; Η National Family Violence Survey του 1975 ανέφερε : Η επαναλαμβανόμενη συχνότητα των επιθέσεων ανά χρόνο ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες είναι περίπου η ίδια. Μάλιστα, ο «μέσος όρος» του συνόλου δείχνει πως οι γυναίκες σύζυγοι είναι λίγο πιο ψηλά στο ποσοστό επιθέσεων από τους άνδρες συζύγους, σε σύνολο περίπου του 10,1 των επιθέσεων για τις γυναίκες δράστες ανά χρόνο και 8,8 για τους άνδρες δράστες ανά χρόνο. Ακόμα και για στις πιο «βίαιες επιθέσεις» τα δεδομένα δείχνουν ένα ποσοστό της τάξεως του 8,8 για τις γυναίκες και του 8,0 για τους άνδρες ανά χρόνο. Η « διάμεσος» του συνόλου δείχνει ακόμα μικρότερη διαφορά ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες συζύγους όταν προέρχεται από την συχνότητα των επαναλαμβανόμενων επιθέσεων. Ο Straus αναφέρει: « …. Ο μέσος όρος της συχνότητας των περιστατικών υπερβαίνει την υπόθεση επειδή υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις στις όποιες η βία είναι σχεδόν ένα καθημερινό ή εβδομαδιαίο γεγονός. Για αυτό τον λόγο η διάμεσος δίνει μια πιο ρεαλιστική εικόνα της τυπικής συχνότητας της βίας στις βίαιες οικογένειές». (Straus, 1977, p. 445) Μια δεκαετία αργότερα αναλύοντας το 1985 την NFVS (National Family Violence Survey) οι γυναίκες οι οποίες ανέφεραν ότι δέχθηκαν επίθεση: «Σύμφωνα με τις 450 γυναίκες, οι σύντροφοί τους ανέφεραν κατά μέσο όρο 7,2 % των επιθέσεων στην διάρκεια του έτους, ενώ οι ίδιες 6 %. Παρόλο που η συχνότητα των επιθέσεων από τους άνδρες είναι μεγαλύτερη από εκείνη των γυναικών, η διαφορά είναι πολύ μικρή για να θεωρείται στατιστικά σημαντική. Το γεγονός ότι ο μέσος όρος του αριθμού των επιθέσεων από τους άνδρες συντρόφους είναι υψηλότερος δεν πρέπει να επισκιάσει το γεγονός ότι οι βίαιες γυναίκες πραγματοποιούν κατά μέσο όρο 6% ασήμαντων και 5% σοβαρών επιθέσεων το χρόνο, ενδεικτικό για τις επαναλαμβανόμενες επιθέσεις τόσο από τις γυναίκες όσο και από τους άνδρες.» (Straus, 1997, p 215).

56

Όταν κάποιος ρωτήσει τους ερευνητές της ενδο-οικογενειακής βίας ποιο είναι το «ποσοστό» των γυναικών θυμάτων συγκρινόμενο με εκείνο των ανδρών θυμάτων της ενδο-οικογενειακής βίας, αυτοί κατευθείαν θα απευθυνθούν στα δεδομένα της «αρχειακής» έρευνας οι οποία παρουσιάζει ένα ποσοστό 87% των γυναικών θυμάτων και ένα ποσοστό της τάξης του 13 % για τους άνδρες θύματα. Αν αναφέρουν τα δεδομένα της “Survey”, αυτοί απευθύνονται στην έρευνα της Αμερικάνικης κυβερνήσεως U.S Goverment survey, δηλαδή της National Crime Victimization Survey (NCVS) η οποία δείχνει την μεγαλύτερη ποσοστιαία διαφορά ανάμεσα στους άνδρες και στις γυναίκες θύματα. H NCVS αναφέρει ένα ποσοστό του 85% των γυναικών θυμάτων και ένα ποσοστό του 15 % των ανδρών θυμάτων. Αλλά όταν ρωτήσεις αυτούς τους ίδιους ερευνητές ποιος είναι ο «προβαλλόμενος» αριθμός των γυναικών θυμάτων της ενδο-οικογενειακής βίας μέσα στο γενικό πληθυσμό, αυτοί θα απευθυνθούν στα δεδομένα της «Randomized Survey» εκτός από την NCVS. Θα αναφέρουν πως 4 με 6 εκατομμύρια γυναίκες δέχονται επίθεση κάθε χρόνο. Αυτό το όποιο είναι ενδιαφέρον, είναι ότι αυτές οι ίδιες έρευνες καθιστούν ενδεδειγμένο ότι οι άνδρες και οι γυναίκες επιτίθενται ο ένας στον άλλο περίπου στην ίδια συχνότητα 50/50. Αυτή η σύγχυση και η συνένωση της αρχειακής με την τυχαία ερεύνα είναι παραπλανητική και αντίθετη προς τους κανόνες της σωστής επαγγελματικής έρευνας όταν παρουσιάζονται δεδομένα πάνω στο θέμα της ενδοοικογενειακής βίας.

Παρουσιάζοντας τα δεδομένα Αρχειακή έρευνα και η NCVS Γυναίκες θύματα

85-87%

473,000-840,000

Άνδρες θύματα

13-15% 71,500-150,000

Περισσότερα ερευνητικά δεδομένα Γυναίκες θύματα

~ 50% ~ 6 εκατομμύρια

Άνδρες θύματα

~ 50% ~ 6 εκατομμύρια

Αυτό που οι υποστηρικτές λένε είναι ότι τα ερευνητικά δεδομένα τα όποια υποδεικνύουν πως το 85% των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας είναι γυναίκες, τα οποία προέρχονται από έρευνα, η όποια αναφέρει πως 840,000 γυναίκες μπορεί να δέχονται επίθεση κάθε χρόνο.

57

Η πρώτη μεγάλη Εθνική Μελέτη στην Αγγλία το 1994

Σύνολο διαπραγμένων επιθέσεων Λόγοι των επιθέσεων A. Ξόδεμα χρημάτων....... B. Για κάτι το όποιο ειπώθηκε ή απειλήθηκε......... C .Σωματική βία........ D .Να σταματήσει να κάνει κάτι…... E. Να αναγκάσεις να κάνει…. F. Σχετικά με την χρήση σωματικής βίας.......... G .Επιρροή από αλκοόλ...... H. Χαρακτήρας......... I. Άλλο. (Carrado, et al., 1996)

Γυναίκες 11% 53% 52% 21%

Άνδρες 10% 64% 53%

33%

27% (αυτό άμυνας ) 43%

26%

26%

17% 13% 16% 12%

21% (αυτό άμυνας) 35% 27% 7%

Θα πρέπει πρώτα να σημειωθεί ότι το ποσοστό θυματοποίησης για τους άνδρες και τις γυναίκες στην Αγγλία είναι σχεδόν το ίδιο, 11% για τις γυναίκες και 10% για τους άνδρες. Αυτή η μελέτη επίσης αναφέρει ότι περίπου το 80 % των επιθέσεων από τις συζύγούς στους συζύγούς ήταν για λόγούς άσχετους από εκείνους της αυτό-άμυνας . Η ερευνητική ομάδα αναγνωρίζει τα δεδομένα C και F σαν καθαρά παραδείγματα αυτόάμυνας. Η δεύτερη έρευνα προέρχεται από τον Καναδά. Όπου μια κοινωνική Επιστήμονας, η Reena Sommer, (1994) εξέτασε μια διαμήκη μελέτη των κατοίκων του Winnipeg , ένα κομμάτι της Winnipeg Health and Drinking Μελέτης (1989). Η έρευνα αποτελείται από «άνδρες και γυναίκες ηλικίας 18 εώς και 65 παντρεμένους ή που συζούν ή που έχουν ξαναπαντρευτεί». Τα δεδομένα συλλέχθηκαν δυο φορές μέσα σε ένα χρονικό διάστημα δυο ετών. Και οι δύο φάσεις της έρευνας έγιναν καταπρόσωπο μέσα σε «μια 90λέπτη συζήτηση όπου περιελάμβανε μια δομημένη συνέντευξη και ένα ατομικό ερωτηματολόγιο» (Sommer, 1994, p. iv). Η Sommer ανακάλυψε ότι από τις 452 γυναίκες και τους 447 άνδρες συνεντευξιαζόμενους, το 39% των γυναικών και το 26% των ανδρών διέπραξαν βία εναντίον των συντρόφων τους σε κάποια δεδομένη χρονική στιγμή στην διάρκεια της σχέσης τους, και το 16% των γυναικών και το 8% των ανδρών καθορίζει αυτές τις πράξεις ως σοβαρές. Στην έρευνα για τους λόγους των επιθέσεων, η Sommer (1992) ανακάλυψε ότι το 90% των γυναικών που ανέφεραν ότι ήταν δράστες δεν επιτέθηκαν στους συντρόφους

58

τους για λόγους αυτο-άμυνας, αλλά επειδή ήταν εξοργισμένες, λόγω ζήλιας, υπό την επήρεια ναρκωτικών, αλκοόλ, λόγω ανάγκης για έλεγχο ή λόγο παρόρμησης . «H επιθετική γυναίκα δράστης και το θύμα της», είναι ακόμα μια έρευνα η οποία έχει διεξαχθεί από τους Ghitta Weizman –Henelious, VappuViemero, Markku Eronen στην Φιλανδία, το 2001. Ο σκοπός της έρευνας ήταν να εξετάσει την σχέση μεταξύ των γυναικών δραστών και των θυμάτων τους συμφώνα με τις διαφορές στα κίνητρα και σε συγκεκριμένους ψυχολογικούς παράγοντες ανάμεσα σε τρεις ομάδες γυναικών δραστών( βλέπε παρακάτω πίνακα 1): γυναίκες οι οποίες έχουν θυματοποιήσει κάποιο πολύ κοντινό τους πρόσωπο, εκείνες οι όποιες έχουν θυματοποιήσει κάποιον γνωστό τους και τέλος εκείνες οι όποιες έχουν κακοποιήσει κάποιον άγνωστο. Το δείγμα των γυναικών περιλαμβανόταν από 61 συμμετέχουσες. Στην αρχή της μελέτης, που διήνυσε μια 12 μήνη περίοδο από την 1 Οκτώβρη του 1999 έως τις 30 Σεπτέμβρη του 2000, σε 53 γυναίκες έγκλειστες σε φυλακές της Φιλανδίας. Όσο η έρευνα προχωρούσε 34 γυναίκες εισήλθαν στην φυλακή. Την ομάδα αποτέλεσαν 49(56%) βίαιες γυναίκες φυλακισμένες από το σύνολο των 87 και 12 ψυχιατρικά ασθενείς (54,5%) από τις 22. Η συμμετοχή ήταν εθελοντική και όλες έδωσαν την συγκατάθεση τους πριν την συλλογή των δεδομένων. Οι συμμετέχουσες απάντησαν σε Δομημένες Κλινικές συνεντεύξεις για DSM-IV (SCID-II) και στο Ηare’s Psychopathy Checklist Revised (PCL-R). Το 34% των περιπτώσεων τα θύματα ήταν άτομα στενά συνδεδεμένα με τους δράστες, το 41% τα θύματα ήταν απλοί γνωστοί των δραστών και το 25% άγνωστοι. Τα θύματα των φονικών επιθέσεων ήταν πιο συχνά άνδρες και μάλιστα στενοί συγγενείς των δραστών. Αν και τα κίνητρα τους συνδέονταν με διαπροσωπικά προβλήματα, η αυτοάμυνα και η μακροχρόνια σωματική και ψυχολογική κακοποίηση αναφέρθηκαν από λίγες γυναίκες ακόμα και για εκείνη την μικρή ποσοστιαία αναλογία των γυναικών που τα θύματα τους ήταν ερωτικοί τους σύντροφοι. Ο πιο συχνός λόγος για επίθεση πηγάζει μέσα από συνθήκες αντιπαράθεσης σε συνδυασμό με την χρήση αλκοόλ. Οι γυναίκες οι οποίες είναι επιθετικές απέναντι σε γνωστούς τους ή ακόμα και σε αγνώστους ήταν πολύ πιθανό να είχαν ιστορικό που συνδέονταν με εγκληματικές πράξεις και βιασμό σε αντίθεση με εκείνες τις γυναίκες όπου είναι επιθετικές απέναντι στα συγγενικά τους πρόσωπα. Οι τελευταίες ήταν πιο πιθανό να είχαν μια αντικοινωνική συμπεριφορά και ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά. Παρόλα αυτά δεν βρέθηκαν σημαντικές διαφορές ανάμεσα σε εκείνες που είχαν υποστεί σωματική ή ψυχολογική κακοποίηση στην παιδική ή την εφηβική τους ηλικία σε σχέση με εκείνες όπου δεν είχαν καμιά επιθετική εμπειρία εναντίον τους. Πίνακας 1 : Θύματα ανθρωποκτονιών και επιθέσεων από γυναίκες δράστες(Ν=61) συμφώνα με την προσέγγιση ανάμεσα στους δράστες και στα θύματα. Θύματα Ανθρωποκτονία Επίθεση Σύνολο n n % n % x2 % Συγγενείς 19 48,7 7 18.9 26 34.2 6,23‫٭‬ Γνωστοί 16 41,0 15 40,5 31 40,8 0,00 Άγνωστοι 4 10.3 15 40,5 19 25,0 7,74‫٭٭‬ Σύνολο 39 100,0 37 99,9 76 100,0

59

‫ ٭‬Στις 76 περιπτώσεις τωuν βίαιων επιθέσεων η εγγύτητα θα μπορούσε να είναι αποφασιστική. Τα θύματα διαχωρίστηκαν σε συντρόφους(n=24), γνωστούς(n=22) και αγνώστους(n=15). ‫ ٭٭‬p
View more...

Comments

Copyright © 2017 DOCUMEN Inc.